Το ήθος, η αξιοπρέπεια, ο σεβασμός για τον πλησίον, η αγάπη για τον συνάνθρωπο και η ισότητα, είναι μερικές από τις αξίες που πρεσβεύει ο Νέλσον Μαντέλα, μια προσωπικότητα που έχει καταγραφεί στη λίστα των ανθρώπων που άλλαξαν με τις πράξεις τους και τον τρόπο ζωής τους τον ρου της παγκόσμιας ιστορίας.
Στις 18 Ιουλίου, ημέρα των γενεθλίων του πρώην Προέδρου της Νότιας Αφρικής, γιορτάζεται η Διεθνής Ημέρα Νέλσον Μαντέλα, η οποία καθιερώθηκε το 2009 από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για να τιμηθεί η «προώθηση και η ποιότητα της ειρήνης» που ασπάστηκε στη ζωή του και για τις οποίες αγωνίστηκε ο ίδιος ο Μαντέλα.
Είναι άλλωστε ο ελάχιστος φόρος τιμής που μπορεί να αποδοθεί σε έναν από τους πιο εμβληματικούς ηγέτες της εποχής μας που αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για όλους. Ο Νέλσον Μαντέλα αποτέλεσε παράδειγμα θάρρους, συμπόνιας και αφοσίωσης στην ελευθερία, την ειρήνη και την κοινωνική δικαιοσύνη. Έζησε με αυτές τις αρχές και ήταν έτοιμος για αυτές να θυσιάσει την ελευθερία του, ακόμα και τη ζωή του.
Ήταν πολέμιος του ρατσισμού και υπέρμαχος της κοινωνικής συνοχής και κήρυττε το μήνυμα ότι όλοι οι άνθρωποι μπορούν να συμβάλουν με τις πράξεις και τα έργα τους στη διαμόρφωση ενός κόσμου δίκαιου και ισότιμου, που θα κυριαρχεί ο σεβασμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Μια ζωή βγαλμένη από ταινία!
Ο Νέλσον Μαντέλα (Nelson Rolihlahla Mandela, 1918-2013) ήταν αγωνιστής του κινήματος κατά του Απαρτχάιντ, που αναπτύχθηκε στη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική και υπήρξε ο πρώτος έγχρωμος πρόεδρος της πατρίδας του την περίοδο 1994-1999.
Μεγάλωσε μαζί με δυο αδερφές και την οικογένεια της μητέρας του στο χωριό Qunu, όπου έβοσκε κοπάδια με βοοειδή . Και οι δυο γονείς του ήταν αναλφάβητοι αλλά, ως αφοσιωμένη χριστιανή, η μητέρα του τον έστειλε σε μια τοπική θρησκευτική σχολή όταν ήταν περίπου 7 ετών. Ασπάστηκε τον μεθοδισμό και έλαβε το αγγλικό όνομα “Νέλσον” από τον δάσκαλό του.
Αρκετά χρόνια αργότερα, δικηγόρος πλέον στο Γιοχάνεσμπουργκ, έγινε μέλος του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου το 1944. Ο λόγος που κατέφυγε στο Γιοχάνεσμπουργκ ήταν για να αποφύγει την παντρειά που του ετοίμαζαν οι δικοί του. Για 20 χρόνια τέθηκε επικεφαλής στη μεγάλη εκστρατεία κατά της ρατσιστικής πολιτικής της κυβέρνησης της Νότιας Αφρικής.
Η μοίρα του έπαιξε διάφορα παιχνίδια στερώντας τρεις σημαντικές δεκαετίες της ζωής του τις οποίες και πέρασε πίσω από τα σίδερα της φυλακής καταδικασμένος από το καθεστώς των λευκών. Κατάφερε να αποφυλακιστεί το Φεβρουάριο του 1990, αφού ο πρόεδρος Φρεντερίκ ντε Κλερκ αναγνώρισε το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο και ανέστειλε τις εκτελέσεις. Η απελευθέρωσή του σημάδεψε την απαρχή θεμελιακών αλλαγών στο Νοτιοαφρικανικό κράτος, που οδήγησαν στην πτώση του ρατσιστικού του καθεστώτος. Το 1993 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης που το μοιράστηκε με τον τότε πρόεδρο Φρεντερίκ Ντε Κλερκ. Ένα χρόνο αργότερα έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Νότιας Αφρικής σε εκλογές που επιτράπηκε να ψηφίσουν λευκοί και μαύροι.
Εξίσου δυνατό χτύπημα, ήταν η απώλεια του ενός γιού του από AIDS και του άλλου σε τροχαίο δυστύχημα, το 1969, ενώ αρκετά χρόνια μετά, το 2010, θα χάσει σε τροχαίο και τη δισέγγονή του. Ο ίδιος έγινε εξαιρετικά δραστήριος κατά του AIDS δηλώνοντας πως ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστεί ως φυσιολογική ασθένεια είναι να μην την κρύβουμε και να κάνουμε τους ανθρώπους να σταματήσουν να θεωρούν ότι όποιος προσβάλλεται από αυτή πηγαίνει στην κόλαση.