Αυτοάνοσα Νοσήματα: Γιατί προτιμούν τις γυναίκες;

Τα Αυτοάνοσα Νοσήματα, τα οποία εμφανίζονται όταν το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στους ίδιους τους ιστούς του σώματος, έχουν μελετηθεί εδώ και χρόνια.

Ένα ιδιαίτερο φαινόμενο ξεχωρίζει σε αυτόν τον τομέα: ο συντριπτικός επιπολασμός αυτών των ασθενειών στις γυναίκες, με έως και 4 στους 5 προσβεβλημένους ανθρώπους από Αυτοάνοσο νόσημα, να ανήκουν στο γυναικείο φύλο.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι πλέον η πέμπτη κύρια αιτία θανάτου σε γυναίκες κάτω των 65 ετών. Παραδείγματα αυτών των αυτοάνοσων νοσημάτων – περιλαμβάνουν τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, τη σκλήρυνση κατά πλάκας, το σκληρόδερμα κ.ά., τα οποία χαρακτηρίζονται από σημαντική ανισότητα στην αναλογία των περιπτώσεων μεταξύ γυναικών και ανδρών.
Η διαφορά αυτή μεταξύ των φύλων στα αυτοάνοσα νοσήματα- οφείλεται κυρίως σε Γενετικούς αλλά και Ορμονικούς παράγοντες.

Όσον αφορά τους γενετικούς παράγοντες, μία μελέτη, επισημαίνει ότι η διαφορά αυτή – μπορεί να αναχθεί στην πιο βασική διαφορά στη βιολογία των θηλαστικών: τα φυλετικά χρωμοσώματα Χ και Υ. Στα θηλαστικά, το βιολογικό φύλο καθορίζεται από την παρουσία δύο χρωμοσωμάτων Χ στα θηλυκά κύτταρα και ενός χρωμοσώματος Χ και ενός Υ στα αρσενικά κύτταρα. Το ανθρώπινο DNA μέσα σε κάθε κύτταρο περιέχεται σε 23 ζεύγη χρωμοσωμάτων, με το τελευταίο ζεύγος να καθορίζει το φύλο. Το χρωμόσωμα Χ περιέχει εκατοντάδες γονίδια, πολύ περισσότερα από το χρωμόσωμα Υ των ανδρών. Αυτά τα γονίδια κωδικοποιούν στις γυναίκες, την παραγωγή διπλάσιων πρωτεϊνών σε σύγκριση με τα
αντίστοιχα επίπεδα στους άνδρες.
Σε γυναίκες με λύκο, για παράδειγμα, ορισμένα γονίδια είναι ενεργά και στα δύο αντίγραφα Χ και αυτή η υψηλότερη δραστηριότητα συσχετίζεται με τη σοβαρότητα της νόσου: οι ασθενείς με λύκο έχουν περισσότερα ενεργά γονίδια που συνδέονται με το Χ από τις γυναίκες με ηπιότερη νόσο.
Το κλειδί φαίνεται να βρίσκεται στην αδρανοποίηση του χρωμοσώματος Χ, μια διαδικασία που συμβαίνει στην αρχή της εμβρυογένεσης, όπου τα θηλυκά κύτταρα αποφασίζουν να σταματήσουν τη δραστηριότητα μιας από τις δύο ειδικές πρωτεΐνες στο χρωμόσωμα Χ.
Η σημασία αυτής της ανακάλυψης έγκειται στο ότι – αν δεν υπήρχαν περιορισμοί – στην αυτοάνοση διαταραχή, όλες οι γυναίκες θα μπορούσαν να είναι πιο ευάλωτες στην
ανάπτυξη ανοσίας.
Αυτό το εύρημα παρέχει μια βαθύτερη κατανόηση των μηχανισμών πίσω από τα αυτοάνοσα νοσήματα και ανοίγει το δρόμο για πιθανές πιο αποτελεσματικές μεθόδους πρόβλεψης και πρόληψης. Επιπλέον, τα ταυτοαντισώματα (πρωτείνες) που σχετίζονται με τα γονίδια αυτά θα μπορούσαν να γίνουν πιθανοί δείκτες για τον εντοπισμό αυτοάνοσων διαταραχών πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα, σηματοδοτώντας ένα ορόσημο στην ιατρική έρευνα.
Οι πολλαπλές ορμονικές αλλαγές που συντελούνται, κατά τη διάρκεια της ζωής των γυναικών, αποτελούν μία επιπλέον αιτία που ευθύνεται για το γεγονός ότι τα Αυτοάνοσα επηρεάζουν ως επί το πλείστον το γυναικείο φύλο.

Η Εμμηναρχή, η Εφηβεία, η Ωορρηξία, η Έμμηνος Ρύση, η Κύηση, η Κλιμακτήριος και η Εμμηνόπαυση αποτελούν χρονικές περιόδους που χαρακτηρίζονται από ορμονικές
διακυμάνσεις και ανισορροπίες.
Οι ορμόνες ασκούν έλεγχο σε πολλές σωματικές και ψυχολογικές μεταβολές στις οποίες υπόκειται ο οργανισμός μας. Οποιαδήποτε ορμονική ανισορροπία μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση μίας σωρείας παθήσεων και να υποβαθμίσει τόσο την ποιότητα όσο και την ποσότητα της ζωής μας.
Έχει, μάλιστα, υποστηριχθεί ότι οι περίοδοι έξαρσης των Αυτοάνοσων Νοσημάτων σχετίζονται αλληλένδετα με τις χρονικές φάσεις όπου λαμβάνουν χώρα ορμονικές
μεταβολές στο γυναικείο σώμα.

Συμπερασματικά
Οι γενετικές πληροφορίες έχουν τη δυνατότητα να μεταμορφώσουν την κατανόησή μας για τις αυτοάνοσα νοσήματα, οδηγώντας στην ανάπτυξη πιο εξατομικευμένων και αποτελεσματικών στρατηγικών θεραπείας που βελτιώνουν τα αποτελέσματα των
ασθενών.

Ελένη Κομνηνού
Ειδική Ρευματολόγος, Clinical Assistant Professor of University of Nicosia, Επιστημονικά Υπεύθυνη Ρευματολογικού Τμήματος Metropolitan General, Διευθύντρια Κλινικής “Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων" Metropolitan General, Υπεύθυνη Τμήματος “Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων και Κύησης" ΜΗΤΕΡΑ