Τα «Μικρά πράγματα που πήγαν λάθος» του Χάρη Βαφειάδη

Ο σκηνοθέτης Χάρης Βαφειάδης στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, που κυκλοφορεί στις 12 Σεπτεμβρίου στους κινηματογράφους, θέλει να μας μιλήσει για τα «Μικρά πράγματα που πήγαν λάθος».

Ποια μικρά πράγματα τελικά πήγαν λάθος και τι σημαίνει αυτό για τους ήρωες της ταινίας σου;

Τα πράγματα που πήγαν λάθος είναι στην ουσία οι ίδιοι οι ήρωες. Ο Φάνης, αγκιστρωμένος στο παρελθόν του, έχει βυθιστεί σε μια παρανοϊκή ψευδαίσθηση, που εκπληρώνει τον ρόλο του χαμένου του σκοπού. Από την άλλη, ο Παύλος αλλοιώνει την πραγματικότητα, προκειμένου να διασφαλίσει μια καθημερινότητα, που κι αυτή όμως έχει βασιστεί στο ψέμα.

Πώς προέκυψε αυτή η ιστορία:

Άκουσα για το περιστατικό, που περιγράφεται στην ιστορία, και αμέσως ένιωσα πως αυτό ήταν το αφηγηματικό όχημα που έψαχνα, ώστε να μιλήσω για θέματα που με απασχολούσαν εκείνη τη στιγμή (όπως οι κοινωνικοί ρόλοι που αναλαμβάνουμε ή που μας φοράνε, η μεταμόρφωση των εαυτών μας, η παραμόρφωση της πραγματικότητας, κτλ.) με έναν τρόπο σχετικά ανάλαφρο και ίσως κωμικό. Βέβαια, στον πυρήνα της ιστορίας βρίσκεται ένα σκληρό γεγονός και παράλληλα οι επιπτώσεις των πράξεων των δύο ηρώων κάθε άλλο πάρα ανάλαφρες είναι.

Τι συμβολίζει για εσένα η Μάφιν, ο σκύλος που κάνει τις πορείες των δυο κεντρικών ηρώων να διασταυρώνονται;

Για τους δύο ήρωες έχει μια διαφορετική συμβολική σημασία. Για τον Παύλο, για παράδειγμα, που υπαινικτικά έχει αλλάξει την κοινωνική του ταυτότητα, ο χαμός του σκυλιού απειλεί σημειολογικά τον ίδιο τον ρόλο, που μόχθησε να αποκτήσει. Η αντικατάσταση του σκυλιού είναι γι’ αυτόν το σωσίβιο της ίδιας του της ζωής. Όπως μεταμόρφωσε τον εαυτό του, θα μεταμορφώσει και το σκυλί. Όταν έγραφα το σενάριο, δεν είχα στο μυαλό μου μια συμβολική λειτουργία του σκυλιού για τον άλλο χαρακτήρα, του Φάνη. Δουλεύοντας όμως τον ρόλο με τον Θάνο Τοκάκη, μου είπε κάποια στιγμή πως η Λίλα (το «δεύτερο» σκυλί της ταινίας) συμβολίζει την κόρη του. Και μου φάνηκε πως μια τέτοια οπτική κούμπωνε πολύ καλά στη διαδρομή του χαρακτήρα.

Οι στερεοτυπικοί ρόλοι, που καλούνται οι ήρωές σου να αναλάβουν, πώς λειτουργούν γι’ αυτούς και πόσο κοντά είμαστε ως χώρα σαν αποτινάξουμε ανάλογα δεσμά;

Τα στερεότυπα είναι εδώ για να μας πουν πως όλα είναι καλά, ασφαλή και γνώριμα. Τα στερεότυπα τρώνε την ψυχή μας σιγά σιγά. Μας μεταμορφώνουν στα τέρατα των παραμυθιών κι ας μην το ξέρουμε. Η Ελλάδα βρίσκεται στο ανατολικό άκρο της δυτικής κοινωνίας και ακολουθώντας την αντίστροφη πορεία του ηλίου, η αποτίναξη των κοινωνικών στερεοτύπων μοιάζει να καθυστερεί λιγάκι. Σε κάθε περίπτωση όμως νιώθω πως όταν ένα στερεότυπο φεύγει, ένα άλλο παίρνει τη θέση του. Καλώς ή κακώς, φαίνεται πως έχουμε ανάγκη τα στερεότυπα για να επιβιώσουμε ως κοινωνία και ως είδος.

Σε ποιο είδος θα κατέτασσες εσύ την ταινία σου και ποιες ήταν οι επιρροές σου τόσο σε αυτή όσο και γενικά στην υπόθεση «σινεμά».

Η ταινία ανήκει στο είδος «δραματική κωμωδία με πινελιές μαύρου χιούμορ».  Όταν έγραφα το σενάριο, σκεφτόμουν πολύ το σινεμά του N. Baumbach και την πρώτη περίοδο του A. Pane. Γενικά αγαπώ το αφηγηματικό σινεμά, και όσο μεγαλώνω στρέφομαι όλο και πιο πολύ προς τον αμερικανικό κινηματογράφο, όπως αυτός διαμορφώθηκε με την έλευση των Ευρωπαίων δημιουργών πριν και μετά από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ταινίες του Billie Wilder, για παράδειγμα, κάθε φορά που τυχαίνει να τις βλέπω πάλι, είναι σαν μου αποκαλύπτονται με τρόπο απρόσμενο και μαγικό ξανά από την αρχή. Είναι τόσο φρέσκιες και μοντέρνες, που ακόμα και σήμερα μοιάζουν να βρίσκονται μπροστά από την εποχή μας. Ο τύπος ήταν σκέτη ιδιοφυία!

Αυτή είναι η πρώτη σου μεγάλου μήκους ταινία. Πώς νιώθεις και ποιες δυσκολίες ως νέος κινηματογραφιστής κλήθηκες να αντιμετωπίσεις;

Νιώθω τέλεια! Σαν να ήμουν ο Τάνταλος κι επιτέλους να ήπια! Ευχαριστώ πολύ για το κομπλιμέντο, αλλά η αλήθεια είναι πως δεν είμαι και τόσο νέος κινηματογραφιστής. Είμαι στον χώρο από την αρχή της χιλιετίας και εργάζομαι ως σκηνοθέτης πάνω από δεκαπέντε χρόνια. Θέλω να πω πως η σκηνοθεσία είναι ένα κανονικό επάγγελμα και δεν πρέπει να την συγχέουμε μόνο με τις μεγάλου μήκους ταινίες, ειδικά με τις συνθήκες παραγωγής που επικρατούν στη χώρα μας. Σε κάθε περίπτωση, η περίοδος δημιουργίας μιας μεγάλου μήκους ταινίας είναι τρομερά δύσκολη! Τρομερά επώδυνη και ζοφερή, που μοιάζει να μην τελειώνει ποτέ! Στο τέλος όμως, όλα καλά!

Δύσκολη αυτή η περίοδος για το ελληνικό σινεμά. Πώς βλέπεις εσύ την όλη κατάσταση και τι κινήσεις πιστεύεις ότι θα βελτίωναν τα πράγματα;

Με τη συγχώνευση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και του ΕΚΟΜΕ περνάμε σε μια νέα μορφή χρηματοδότησης των ελληνικών ταινιών και του οπτικοακουστικού χώρου γενικότερα. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πώς θα λειτουργήσει ο νέος φορέας. Ας περιμένουμε λοιπόν να δούμε, διατηρώντας πάντα τους προβληματισμούς μας και την κριτική μας διάθεση. Δεν είμαι ο κατάλληλος να πω ποιες κινήσεις πρέπει να γίνουν ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση, αλλά η αλήθεια είναι πως τα μοντέλα υπάρχουν, είναι δίπλα μας και είναι πολύ επιτυχημένα, φέρνοντας πίσω στις χώρες τους πολλαπλά οφέλη, οικονομικά και μη. Φτάνει η πολιτεία να τα ακολουθήσει και να τα υποστηρίξει εμπράκτως.

Πες μου τρία πράγματα που πήγαν λάθος και τρία που πήγαν σωστά στα γυρίσματα και στη ζωή σου;

Τα σωστά είναι εύκολα. Πρώτα φυσικά η οικογένειά μου. Επίσης, όλοι μου οι φίλοι, που με βοήθησαν με πραγματική αυταπάρνηση για να κάνω την ταινία. Τέλος, η ίδια η ταινία, που επιτέλους τέλειωσε και ετοιμάζεται συναντήσει το όποιο κοινό της. Ας μην κλείσουμε με τα λάθος πράγματα. Ας τα αφήσουμε πίσω μας…

Λίγα λόγια για την ταινία:

Μετά από την τηλεοπτική δόξα που γνώρισε, ο Φάνης έχει πάρει για τα καλά την κατηφόρα. Το μόνο που χρειάζεται πλέον για να επανέλθει είναι ένα θεϊκό σημάδι. Ο Παύλος ζει στον τέλειο κόσμο. Εκείνο όμως που τον κρατάει μακριά από την καριέρα και την ιδανική οικογενειακή ζωή είναι η ίδια πραγματικότητα. Οι ζωές τους διασταυρώνονται, όταν ένα σκυλάκι, η Μάφιν, έχει ένα ατύχημα.