Η Κάτια Γέρου, ο Σάββας Στρούμπος και η Ναταλία Γεωργοσοπούλου μας εξηγούν γιατί “Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας”

Η σπουδαία πρωταγωνίστρια του Θεάτρου Τέχνης  Κάτια Γέρου, ο σταθερός συνεργάτης του Θόδωρου Τερζόπουλου ηθοποιός και σκηνοθέτης  Σάββας Στρούμπος και η ταλαντούχα Ναταλία Γεωργοσοπούλου  μεταφέρουν στη σκηνή του θεάτρου Φούρνος  το έργο της βραβευμένης με Νόμπελ Λογοτεχνίας (2015) Λευκορωσίδας δημοσιογράφου και συγγραφέως Σβετλάνα Αλεξίεβιτς «Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας». Μεταξύ έρωτα και πολέμου, μνήμης, οργής και χιούμορ, οι γυναίκες της Αλεξίβιτς αφηγούνται την τραγική ιστορία της θηλυκότητας μέσα στα πεδία των μαχών και επαναδιεκδικούν τις ζωές τους, τα σώματά τους, τα συναισθήματά τους, τους εαυτούς τους απέναντι σε κάθε μορφή καταπίεσης.

Ανεβάζετε το πολυφωνικό ντοκουμέντο της Αλεξίεβιτς για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τι διαφορετικό έχει αυτό το βιβλίο και γιατί το επιλέξατε;

Ναταλία Γεωργοσοπούλου:  Όπως είπατε πρόκειται για ένα πολυφωνικό ντοκουμέντο της γυναικείας μνήμης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε αυτό το βιβλίο, παρακολουθούμε τη διαδρομή της ψυχής αυτών των γυναικών από τα πεδία των μαχών, στον έρωτα, την παιδικότητα, την αθωότητα. Άλλωστε, όταν πολέμησαν δεν ήταν παρά κορίτσια 13-18 ετών. Μια γυναίκα εξομολογείται: «Κατά τη διάρκεια του πολέμου ψήλωσα». Και δεν ήταν η μόνη.  Αυτό που μας συντάραξε στο βιβλίο είναι ακριβώς αυτά τα απλά λόγια, αυτό το απλό καθρέφτισμα της ζωής σε συνθήκες καταστροφής. Λόγια που σε κάνουν να απορείς, όταν τα διαβάζεις και όταν τα ακούς. Απορείς για την αντοχή, την ανθεκτικότητα του ανθρώπου. «Σε μένα έγινε; Σε μένα συνέβη;» αναρωτιούνται πολλές. Αυτή είναι η διαφορετικότητα αυτού του βιβλίου, αυτή και η μοναδικότητα.

Πώς δουλέψατε τη διασκευή του σε θεατρικό κείμενο;

Ναταλία Γεωργοσοπούλου:  Τη δραματουργική επεξεργασία του βιβλίου έχει επιμεληθεί ο Παντελής Μπουκάλας. Με ιδιαίτερη ευαισθησία και λεπτότητα ανέδειξε τον πυρήνα της κάθε ιστορίας. Την αγωνία και τη λαχτάρα της κάθε εξομολόγησης. Γιατί αυτές οι ιστορίες τελικά δεν είναι παρά εξομολογήσει, μέσα από τις οποίες  οι γυναίκες τολμούν να πουν- ίσως και να θυμηθούν- για πρώτη φορά.  Έπειτα η Κάτια Γέρου, ο Σάββας Στρούμπος κι εγώ διαλέξαμε και τοποθετήσαμε τις ιστορίες κατά τη διάρκεια των προβών. Δεν προαποφασίζαμε. Πηγαίναμε στην πρόβα και με κάποιον μαγικό τρόπο η καθεμία από τις ιστορίες έπαιρνε τη δική της θέση. Έπειτα και τη δική της μορφή.

Ποιος είναι τελικά ο ρόλος της γυναίκας μέσα στον πόλεμο; Μια συνθήκη εντελώς πατριαρχική, μπορεί να πει κανείς;

Σάββας Στρούμπος: Ο πόλεμος δεν έχει φύλα. Δεν είναι ούτε γυναικείος, ούτε αντρικός. Είναι ένας: ο πόλεμος. Υπάρχουν πλήθος παραδείγματα γυναικών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, που πολέμησαν στην πρώτη γραμμή του μετώπου δίπλα στους αγαπημένους τους. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις η συμμετοχή των γυναικών έπαιξε αποφασιστικό χαρακτήρα προς τη νίκη, όπως στην περίπτωση των γυναικών του βιβλίου της Σ. Αλεξίεβιτς. Πάνω από 500.000 Σοβιετικές γυναίκες πήραν μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο,  κατά του Φασισμού, και διακρίθηκαν ως φοβερές μαχήτριες.  Η ίδια γυναίκα που σκότωνε φασίστες, διέσωζε άντρες με 2 και τρεις φορές μεγαλύτερο βάρος. Η ίδια γυναίκα μιλούσε για ποίηση και για έρωτα στο κελί των μελλοθανάτων και διαφύλαζε την ομορφιά της, γιατί αυτό που έτρεμε ήταν μήπως και πεθάνει άσχημη. Υπάρχει ένα σύνθημα στον γυναικείο κουρδικό στρατό: «Η επανάσταση δεν θα σώσει τις γυναίκες, αλλά χρειάζεται τη σκέψη, τη δράση και την οργάνωση των γυναικών. Η Επανάσταση χρειάζεται το χρώμα της γυναίκας».

Πόσες διαφορετικές ιστορίες ακούγονται στην παράσταση και πώς δουλεύετε αυτή την εναλλαγή των  προσώπων;

Σάββας Στρούμπος: Θα άλλαζα λίγο την ερώτησή σας με την απάντηση δεν είναι πολλές οι ιστορίες που ακούγονται, είναι πολλές οι φωνές, η θέαση ενός γεγονότος από διαφορετική γωνία. Η ιστορία είναι μία και είναι ενιαία, τη βλέπουμε σε διαφορετικούς ποιητικούς μετασχηματισμούς. Ακριβώς έτσι είναι και η εναλλαγή των φωνών και όχι των προσώπων. Από τη χαρά και την οδύνη, στα πεδία των μαχών και στην αυτοθυσία για τα μεγάλα, τα Ιδανικά. Οι εξομολογήσεις αυτών των γυναικών είναι μοναδικές, όχι μόνο γιατί αποκαλύπτουν τι βίωσαν στον πόλεμο, αλλά γιατί αποκαλύπτουν αυτό το τοπίο με μια εσωτερική σπιρτάδα, με μια εγρήγορση σαν αυτή η μάχη, αυτός ο πόλεμος μέσα τους να κράτησε για πάντα. Δεν συμφιλιώνονται με τον θάνατο. Διεκδικούν την ύπαρξή τους με αυθόρμητο, σχεδόν παιδικό ένστικτο. Αυτό είναι πολύ ξεκάθαρο στο βιβλίο και προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε ακριβώς αυτή τη συχνότητα και στην παράσταση. Σαν να πρόκειται για ένα στοιχείο που συνεχώς αλλάζει, μεταβάλλεται. Όπως τα στοιχεία της φύσης, έτσι και ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να μεταβάλλεται, άλλοτε αρμονικά και άλλοτε βίαια.

Με ποια από αυτές τις ιστορίες  συνδέεστε περισσότερο;

Ναταλία Γεωργοσοπούλου:  Δεν μπορώ να πω πια. Είναι ο δεύτερος χρόνος της παράστασης και είχαμε την τύχη και τη χαρά να την παρουσιάσουμε σε αρκετά μέρη και σε διαφορετικές συνθήκες. Για μένα δεν είναι πια μια ιστορία και άλλη μία. Αντιλαμβάνομαι το έργο ως  μια ενιαία ιστορία. Σαν να πρόκειται για μια γυναίκα με δύο όψεις και πολλές φωνές. Καθεμία από αυτές τις φωνές έχει το δικό της χρώμα, τη δική της έκφραση. Η επόμενη φωνή έρχεται για να συμπληρώσει είτε για να εκπλήξει την προηγούμενη. Αλλά όχι δεν πιστεύω πια ότι είναι ξεχωριστές ιστορίες.

Κυρία Γέρου, τα τελευταία χρόνια έχετε  έναν μόνιμο προσανατολισμό σε αμιγώς πολιτικά κείμενα. Γιατί  έχετε επιλέξει αυτή την κατεύθυνση;

Κάτια Γέρου: Τα τελευταία χρόνια έχω παίξει και σκηνοθετήσει τη «Μήδεια» του Ευριπίδη, έχω γράψει ένα καμπαρέ με το όνομα «Stand up Tragedy» και το έχω υποδυθεί στη σκηνή κτλ. Στη διάρκεια των χρόνων που εργάζομαι, κάποιες φορές έχω ασχοληθεί με το θέμα του πολέμου:σΣτις τραγωδίες του Θεάτρου Τέχνης στην Επίδαυρο, στο «Templo» του Κυριάκου Κατζουράκη και στη φετινή μας παράσταση. Θεωρώ ότι δυστυχώς το θέμα του πολέμου, το ότι δηλαδή οι άνθρωποι σφαζόμαστε μεταξύ μας, είναι πάντα στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας.

Τελικά ποιο είναι το πρόσωπο του πολέμου;

Σάββας Στρούμπος: Δεν έχει πρόσωπο. Δεν έχει ταυτότητα. Δεν μπορεί να προσδιοριστεί. Ποιο είναι το πρόσωπο του ανθρώπου; Η απάντηση είναι ανάλογη. Δύσβατη, κακοτράχαλη και με ερωτηματικά. Ίσως αν μπορούμε να προσδιορίσουμε « τι είναι ο άνθρωπος»,  να απαντήσουμε και στο «γιατί πόλεμοι». Γιατί αυτό είναι το θέμα τελικά. Όχι ποιο είναι το πρόσωπο του πολέμου, αλλά γιατί; Γιατί συμβαίνει στο γύρισμα των εποχών;

Πως είναι η σύμπραξη σας με τον Σάββα Στρούμπο, ένα σκηνοθέτη που πειραματίζεται με διαφορετικές φόρμες από όσες έχετε δοκιμάσει εσείς μέχρι σήμερα; 

Κάτια Γέρου: Νιώθω ότι όταν ένας καλλιτέχνης αφοσιώνεται και εξερευνά συγκεκριμένες φόρμες, αυτό δεν τον καθηλώνει στις φόρμες που εξερευνά. Τον κάνει ευέλικτο να κινείται σε όποια φόρμα χρειαστεί και συναντά μπροστά του. Αυτό το σημείο που μας συνδέει με τον Σάββα, εκτός της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αγάπης, είναι το ότι και οι δύο υπηρετήσαμε συγκεκριμένες φόρμες και ότι και οι δύο έχουμε γίνει πολύ ευέλικτοι να κινούμαστε σε όποια φόρμα συναντούμε μπροστά μας. Αυτή είναι η σύνδεση που έχουμε και αυτός είναι ο λόγος που τις δύο φορές που έχουμε συνεργαστεί ήταν για μένα μια ευφρόσυνη και δημιουργική διαδικασία.

Πόσο έχετε αλλάξει εσείς, αλλά και το θέατρο σήμερα από την εποχή που ήσασταν στον Κουν;

Κάτια Γέρου: Εγώ δεν έχω αλλάξει καθόλου. Η καρδιά μου χτυπάει το ίδιο δυνατά, όπως στο πρώτο μου ξεκίνημα κάθε φορά που δουλεύω σ΄ ένα κείμενο. Η λαχτάρα μου- ή η μανία μου αν θέλετε- είναι η εξής απλή: Όσες σκέψεις και αισθήματα προκαλεί σε μένα το κείμενο πάνω στο οποίο δουλεύω, να καταφέρω να το μεταδώσω και στους θεατές. Με διαύγεια και απλότητα. Ούτε το θέατρο πιστεύω ότι αλλάζει. Τι σημαίνει θέατρο; Να βγαίνεις από μια παράσταση και να πάλλεται η ψυχή σου, να αφυπνίζεται η σκέψη σου, να θες να αλλάξεις τα κακώς κείμενα αυτού του κόσμου. Το αν θες αν χρησιμοποιήσεις πχ. Videowall, να χρησιμοποιήσεις και άλλα κείμενα μέσα στο κείμενό σου, και άλλες φόρμες, όλα αυτά μπορεί να κάνουν μια διαφορά, όμως ένα είναι το τελικό ζητούμενο: Να παθιάσεις, να ταράξεις και να βγάλεις από τη βολή τους θεατές. Να μη θεωρούν τίποτα δεδομένο. Εν τέλει το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή, η επικοινωνία.

 Η παράσταση είναι  αφιερωμένη στον Κυριάκο Κατζουράκη.  Πώς  την έχει επηρεάσει το έργο του και η μνήμη του;

Κάτια Γέρου: Θα σας πω μια ιστορία που έχει ενδιαφέρον. Ο  Σάββας ήρθε από τις πρώτες κιόλας πρόβες με μια ιδέα: να αιωρούνται φωτογραφίες στον χώρο. Και του είπα- εμβρόντητη- ότι αυτό μου θυμίζει μια εγκατάσταση που είχε κάνει ο Κυριάκος χρόνια πριν, όπου η ιδέα του Σάββα ταυτιζόταν απόλυτα με αυτό. Φωτογραφίες να κρέμονται από νήματα, σχηματίζοντας ένα μικρό κουβούκλιο ή κλουβάκι. Αποφασίσαμε λοιπόν να κάνουμε το ίδιο. Θέλω να πω ότι ο Κυριάκος και ο Σάββας συνέπεσαν απόλυτα πάνω σε μια καθαρή εικόνα. Είναι αυτή η όσμωση ανάμεσα σε καλλιτέχνες, που όταν συμβαίνει είναι κάτι θεσπέσιο. Σε πολλά ταυτιζόμαστε με τον Κυριάκο Κατζουράκη, και πάνω απ’ όλα στη φράση του: «Δεν βάζω ούτε μια πινελιά, αν δεν πιστεύω ότι αυτή μπορεί να αλλάξει τον κόσμο». Ουτοπία θα πείτε; Ναι, αλλά είναι μια ουτοπία ευφρόσυνη.