Αυγά και κουνέλια: Η ιστορία πίσω από τα πασχαλινά μας έθιμα

Η σταύρωση και η Ανάσταση του Ιησού συνέβησαν την περίοδο του εβραϊκού Πάσχα, γεγονός που εξηγεί γιατί αυτές οι δύο σημαντικές χριστιανικές εορτές τοποθετήθηκαν τόσο κοντά ημερολογιακά. Ωστόσο, το εβραϊκό ημερολόγιο είναι σεληνιακό και δεν ταυτίζεται με το ιουλιανό (ηλιακό), γεγονός που προκαλούσε αναστάτωση στον καθορισμό της ημερομηνίας του Πάσχα.

Το 325 μ.Χ., ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, κατά την οποία αποφασίστηκε το Πάσχα να γιορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο που ακολουθεί την εαρινή ισημερία. Αυτή η απόφαση απέκοψε το χριστιανικό Πάσχα από το εβραϊκό, προσδίδοντάς του έναν πιο συμβολικό χαρακτήρα, καθώς το φως μετά το σκοτάδι συνδέθηκε με την Ανάσταση του «φωτός του κόσμου».

Παράλληλα με τις θρησκευτικές παραδόσεις, αναπτύχθηκαν και λαϊκά έθιμα. Τα αυγά, αρχαίο σύμβολο ζωής και αναγέννησης, χρησιμοποιούνταν ήδη πριν τον Χριστιανισμό για τον εορτασμό της άνοιξης. Κατά τη Σαρακοστή, οι πιστοί νήστευαν, αποφεύγοντας και τα αυγά. Για να μη χαθούν, τα έβραζαν, διατηρώντας τα έως την Κυριακή του Πάσχα. Έπειτα, άρχισαν να τα βάφουν, με το κόκκινο να επικρατεί στους Ορθοδόξους ως σύμβολο του αίματος του Χριστού. Πολλοί θρύλοι εξηγούν την καθιέρωση αυτού του χρώματος, είτε μέσω της Παναγίας είτε της Μαρίας Μαγδαληνής.

Στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στη Γερμανία, εμφανίστηκαν και τα κουνέλια ως σύμβολα γονιμότητας και αναγέννησης. Από τον 17ο αιώνα, ιστορίες για λαγούς που «έκρυβαν» αυγά κυκλοφορούσαν ανάμεσα στα παιδιά. Οι Γερμανοί μετανάστες μετέφεραν το έθιμο στις ΗΠΑ, όπου εξελίχθηκε στο γνωστό «πασχαλινό κουνελάκι». Σύντομα, εμφανίστηκαν και σοκολατένια αυγά, με το πρώτο βρετανικό να κατασκευάζεται από την εταιρεία Fry’s το 1873, κάνοντάς τα σύμβολα χαράς και προσφοράς του σύγχρονου Πάσχα.