8)Σχολικός Εκφοβισμός και Ετερότητα

Σοφία Φώτου, Φιλόλογος – Ειδική Παιδαγωγός

 

Ο ενδοσχολικός εκφοβισμός συνδέεται άρρηκτα με τον κοινωνικό αποκλεισμό και τη διαφορετικότητα. Η κατανόηση και διαχείριση της ετερότητας στον εκπαιδευτικό χώρο αποτελεί σημαντική πρόκληση για όλους τους φορείς εντός και εκτός σχολείου. Ο όρος “ετερότητα” αναφέρεται σε άτομα με διαφορετικά ατομικά, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως είναι οι μαθητές με ειδικές μαθησιακές ανάγκες ή αναπηρία. Η πορεία επέκτασης του φαινομένου του ενδοσχολικού εκφοβισμού αναδεικνύει τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές δυσκολίες ως τα συχνότερα θύματα εκφοβιστικών συμπεριφορών. Στο πλαίσιο μιας συμπεριληπτικής σχολικής πραγματικότητας, που εφαρμόζεται τις τελευταίες δεκαετίες σε διάφορα εκπαιδευτικά συστήματα, μέσω της συνεκπαίδευσης των μη τυπικά αναπτυσσόμενων μαθητών με τους τους τυπικά αναπτυσσόμενους, οι πρώτοι έρχονται αντιμέτωποι με πολλαπλές προκλήσεις και συνιστούν μια ομάδα υψηλού κινδύνου εμπλοκής σε φαινόμενα εκφοβισμού. Παρατηρείται ότι οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή κάποιας μορφής αναπηρία δεν λαμβάνουν την δέουσα εκτίμηση από τους συμμαθητές τους και μπορούν να αποτελέσουν πιθανό στόχο θυματοποίησης (victimization) εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους  (Κουρκούτας & Κοκκιάδη, 2015). Η παρενόχληση που αποδίδεται στους μη τυπικά αναπτυσσόμενους μαθητές δημιουργεί ένα μη φιλικό περιβάλλον που παρεμποδίζει την πρόσβαση, τη συμμετοχή και την παροχή ευκαιριών στο χώρο του σχολείου (Hoover & Stenhjem, 2003). Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με σωματικές, αναπτυξιακές, πνευματικές και αισθητηριακές αναπηρίες ή δυσλειτουργίες ενδέχεται να αποτελέσουν εμφανή στόχο θυματοποίησης (Barbara 2014). Οι μη τυπικά αναπτυσσόμενοι μαθητές δεν δύνανται να αποκωδικοποιήσουν άμεσα και σωστά μία εκφοβιστική συμπεριφορά εξαιτίας της δυσκολίας επεξεργασίας πληροφοριών, της κακής ευχέρειας λόγου, και των χαμηλών επιπέδων αυτό-ελέγχου γεγονός που αποτελεί το στίγμα για την τοποθέτηση των παιδιών στο στόχαστρο για κάθε είδος παρενόχλησης. Η συμπερίληψή τους σε ένα γενικό σχολείο εκπαίδευσης τα θέτει απροστάτευτα απέναντι στην σωματική ή λεκτική υπεροχή που επιδεικνύουν οι συμμαθητές τους και έχει ως αποτέλεσμα την απόρριψή τους, την απομόνωση και την εσωστρέφεια που επιβαρύνει επιπλέον την ψυχική τους υγεία.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

Η στάση των εκπαιδευτικών απέναντι στο φαινόμενο είναι ιδιαίτερα σημαντική για την παρέμβαση τους και την κατ’ επέκταση αντιμετώπιση του φαινομένου. Οφείλουν λοιπόν να είναι προσεκτικοί και να αναγνωρίζουν έγκαιρα τα προσφερόμενα ενδεικτικά στοιχεία εμφάνισης του φαινομένου. Γενικότερα, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να παροτρύνουν τους μαθητές που εκτίθενται σε εκφοβιστικές συμπεριφορές να το αναφέρουν προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη του επεισοδίου και να τεθεί σε εφαρμογή το πρόγραμμα αντιμετώπισής του. Σημαντικό είναι να ενδυναμώσουν το ομαδικό αίσθημα μέσα από την εφαρμογή συνεργατικών δραστηριοτήτων που ενισχύει τη δημιουργία ισχυρών δεσμών μεταξύ των παιδιών. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι καθοριστικός στην οριοθέτηση των επιτρεπτών και αποδεκτών συμπεριφορών καθώς και των αντίστοιχων ποινών και πρέπει να παρέχει  την κατάλληλη ενημέρωση των μαθητών για την συμπερίληψη των μαθητών με ειδικές ανάγκες στη σχολική ομάδα ενός γενικού συμπεριληπτικού σχολείου. Τέλος, τις ώρες του διαλλείματος μπορεί να εποπτεύει στους ενδοσχολικούς χώρους στους οποίους πιθανολογείται η εκδήλωση εκφοβισμού μεταξύ των μαθητών.

ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ

Για να καταστεί ένα πρόγραμμα παρέμβασης αποτελεσματικό βασική προϋπόθεση είναι να εντοπιστούν οι παράγοντες που πυροδοτούν τις εκφοβιστικές εξάρσεις. Η αμεσότητα έγκειται στην έγκαιρη κινητοποίηση μηχανισμών αποτροπής της επανάληψης του φαινομένου στο μέλλον. Δεδομένου ότι το φαινόμενο έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις, κρίνεται αναγκαία η εφαρμογή της συμβουλευτικής στον χώρο της εκπαίδευσης, μέσω της οποίας θα αποκτήσει η σχολική κοινότητα έναν πιο ανθρωπιστικό χαρακτήρα. Μέσα από την προσπάθεια να αξιολογηθούν τα προγράμματα πρόληψης και αντιμετώπισης του φαινομένου του εκφοβισμού, προκύπτουν δύο διαφορετικές κατηγορίες προγραμμάτων. Οι κατηγορίες αφορούν σε προγράμματα που αναφέρονται στην θεωρία και σε αυτά που αναφέρονται στο τιμωρητικό πλαίσιο. Αναφορικά με τα προγράμματα που σχετίζουν τον εκφοβισμό με ένα κοινωνικο-πολιτισμικό φαινόμενο, η εστίαση αυτών στο αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου δύναται να προσφέρει βοήθεια στους μαθητές να σεβαστούν τις κοινωνικο-πολιτισμικές διαφορές που επικρατούν στην τάξη τους. Τέλος, ιδιαίτερη σημασία δίδεται στην καταπολέμηση του φαινομένου κατά την προσχολική ηλικία του παιδιού, λόγω του ότι οι προσχολικοί χώροι είναι η πρώτη ευκαιρία για εκμάθηση ορθών τρόπων αλληλεπίδρασης μεταξύ των παιδιών. Κατά τη διάρκεια των ελεύθερων δραστηριοτήτων, το παιδί εκπαιδεύεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μάθει την έννοια του σεβασμού, του δούναι και λαβείν, στοιχεία που θα συνθέσουν την μετέπειτα προσωπικότητά του.

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Ο εκφοβισμός, έχοντας λάβει τεράστιες διαστάσεις παγκοσμίως, έχει γίνει ένα θέμα δημόσιου ενδιαφέροντος σε όλο τον κόσμο. Παρόλο που ο εκφοβισμός ενδέχεται να υποτιμάται σε αρκετές περιπτώσεις καθώς οι μαθητές αποφεύγουν τη λήψη βοήθειας, αποτελεί ένα κοινωνικό πρόβλημα που καθιστά επιτακτική την αντιμετώπισή του (Τσιάντης, 2010). Η συνδιδασκαλία και ενσωμάτωση των παιδιών με αναπηρία και ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών σ’ ένα σχολείο για όλους, ενδέχεται αφενός να εντείνει τον εκφοβισμό δεδομένου ότι προσφέρονται  περισσότερες ευκαιρίες “πειράγματος” και αφετέρου να αποτελέσει ουσιαστικό παράγοντα στην ανάπτυξη δεσμών σεβασμού και αλληλοβοήθειας, εξαλείφοντας τον εκφοβισμό εις βάρος τους.