Η ΔΕΠ-Υ είναι μία από τις πιο γνωστές νευροβιολογικές διαταραχές της παιδικής και εφηβικής ηλικίας σύμφωνα με την οποία τα παιδιά είναι σωματικά υπερδραστήρια, διασπώνται εύκολα, είναι απρόσεκτα, παρορμητικά και δύσκολα στη διαχείριση. Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας επιδρά αρνητικά στην επικοινωνιακή συμπεριφορά και σχολική επίδοση του παιδιού, υποδηλώνοντας γενικότερα ένα συνδυασμό έκδηλων συμπεριφορικών προβλημάτων. Η σοβαρή αυτή διαταραχή δύναται να εκδηλώνεται μεμονωμένα είτε να συνυπάρχει με δύο ή περισσότερες διαταραχές, όπως τις περισσότερες περιπτώσεις (περίπτωση συννοσηρότητας) παρατηρείται η συνύπαρξη ΔΕΠ-Υ με τις δυσκολίες μάθησης, για παράδειγμα τη δυσλεξία.
Ωστόσο, με όποια μορφή κι αν εκδηλώνεται η διαταραχή, τα χαρακτηριστικά που παρουσιάζει το κλινικό προφίλ του παιδιού ΔΕΠ-Υ, επιδρούν αρνητικά στη λειτουργικότητά του. Πιο συγκεκριμένα, παιδιά με ελλείμματα στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και στην ορθογραφία σε συνδυασμό με τη διάσπαση ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) έχουν πιο σοβαρά προβλήματα στη μάθηση και στη προσοχή από τα παιδιά που έχουν μόνο μια διαταραχή. Επιπλέον, διαπιστώνεται χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση καθώς επίσης σε πιο σοβαρές περιπτώσεις παρατηρείται χρόνια σχολική αποτυχία ακόμη και εγκατάλειψη του σχολείου.
Για την επιτυχή αντιμετώπιση της ΔΕΠ-Υ είναι εξαιρετικά σημαντική η ολιστική και διεπιστημονική προσέγγισή της. Η συνεργασία του εκπαιδευτικού της τάξης με τον διευθυντή του σχολείου, τους γονείς του παιδιού αλλά και τη διαγνωστική- υποστηρικτική ομάδα (ΚΕ.Σ.Σ.Υ) της οικείας εκπαιδευτικής περιφέρειας κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να σχεδιαστεί το καταλληλότερο πρόγραμμα παρέμβασης. Ένα ολοκληρωμένο και συστηματικό πρόγραμμα ειδικής παιδαγωγικής παρέμβασης για την αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ χρειάζεται να είναι εξατομικευμένο για την κάθε περίπτωση και να στοχεύει στην πολύπλευρη διαχείριση των δυσκολιών του παιδιού και του περιβάλλοντος του. Οι τεχνικές παρεμβάσεις περιλαμβάνουν θεραπείες τροποποίησης της συμπεριφοράς, συμβουλευτική γονέων ή και παιδιών, οικογενειακή ή και ατομική ψυχοθεραπεία, φαρμακευτική αντιμετώπιση και παιδαγωγικές παρεμβάσεις, εξατομικευμένα ή μέσα στο σχολικό πλαίσιο. Όσον αφορά στις τεχνικές τροποποίησης της συμπεριφοράς, η πιο διαδεδομένη από αυτές είναι η γνωστική-συμπεριφορική προσέγγιση, η οποία στοχεύει στον έλεγχο των σκέψεων και των συναισθημάτων ως μέσο για την αλλαγή της συμπεριφοράς και περιλαμβάνει τεχνικές όπως η εκπαίδευση στις κοινωνικές δεξιότητες, η μίμηση προτύπου, η τεχνική της επανάληψης και της συνεχούς εξάσκησης και ούτω καθεξής. Ταυτόχρονα, η ενεργή συμμετοχή του παιδιού στο σχεδιασμό των στόχων της παρέμβασης, η διαρκής ενημέρωση του για την πορεία των εργασιών του, αλλά και η σταθερή η παρακολούθηση της προόδου του είναι απαραίτητες, ενώ σε κάθε επιτυχημένη προσπάθειά του, έστω και μικρή, είναι σημαντικό να το επαινούμε και να το επιβραβεύουμε. Όσον αφορά στο πλαίσιο της οργανωμένης διδασκαλίας μέσα στην τάξη, οι κοινωνικές μορφές οργάνωσης της τάξης είναι καθοριστικές, καθώς από αυτές εξαρτώνται τόσο οι σχέσεις που θα αναπτυχθούν μεταξύ του παιδιού και των συμμαθητών του, όσο και με τον εκπαιδευτικό.
- Η διαταραχή εμφανίζεται στο 5-7% του πληθυσμού και ακόμα δεν είναι γνωστή μία αιτία που μπορεί να ευθύνεται για τη γένεση του υπερκινητικού συνδρόμου καθώς της αποδίδονται διάφοροι γεννητικοί, κληρονομικοί, νευρολογικοί και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες.
Αναφορικά με αποτελέσματα από ποικίλες έρευνες που έχουν λάβει χώρα, αποδεικνύεται ότι η συννοσηρότητας μεταξύ δυσλεξίας και ΔΕΠ-Υ αποδίδεται κατά κύριο λόγο σε κοινές γενετικές επιρροές που οδηγούν σε αργή ταχύτητα επεξεργασίας.