Ο Μάριος Φούρναρης, με αφορμή την έκτη ατομική του έκθεση, με τίτλο «Ευτυχώς, κάποτε η π-οίηση τελειώνει», που παρουσιάζεται στην ENIA Gallery, παραχώρησε συνέντευξη στο Say Yes to the Press.
«Ευτυχώς, κάποτε η π-οίηση τελειώνει»: Να σταθούμε λίγο στον τίτλο της έκθεσης;
Ο τίτλος της έκθεσης στην ουσία διαμορφώνει το είδος ενός γλωσσικού και πνευματικού παιχνιδιού. Η λέξη «ποίηση» αφενός σχετίζεται με τον Λόγο και αφετέρου συνθετικά με τη ρίζα του ρήματος «ποιώ», δηλαδή φτιάχνω, κατασκευάζω, πράττω, δημιουργώ. Δυνητικά λοιπόν, η σκέψη μου στρέφεται γύρω από το ερώτημα: ποια θα ήταν τα αποτελέσματα μιας νέας συνθήκης στην παραγωγή του Λόγου και του έργου των ανθρώπων, όταν το μέτρο απόδοσης της δημιουργικότητάς μας δεν θα ορίζεται πλέον από το ατομικό κέρδος, αλλά πολύ περισσότερο από την έγνοια ενός συλλογικού ενδιαφέροντος υπέρ του κοινωνικού συνόλου; Όταν λοιπόν ξεχωρίσουμε την οίηση από την «ποίηση», αυτό που μένει είναι το καθαρό αποτέλεσμα της έννοιας της ποιητικότητας, το οποίο δεν τελειώνει ποτέ. Η πρόταση-πρόσκληση λοιπόν εδώ είναι να μπορέσουμε να έρθουμε πιο κοντά στη διευρυμένη διάσταση της έννοιας της ποιητικότητας, δηλαδή στην έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για δημιουργία και ανάπτυξη, μέσω της συνδυαστικής και ισορροπημένης καλλιέργειας συναισθήματος, λογικής και φαντασίας. Η συνένωση των τριών αυτών στοιχείων δυνητικά οδηγεί στην επίτευξη της αυτοπραγμάτωσης, δηλαδή σε έναν τρόπο να ανακαλύψουμε τη θέση του εαυτού μας στον κόσμο, να επαναπροσδιορίσουμε τις πράξεις και τη δράση μας, σε σχέση με τα φαινόμενα του κόσμου, με το Άλλο, το διαφορετικό, τη φύση και το περιβάλλον. Η αισθαντικότητα μιας «ποίησης χωρίς οίηση» λοιπόν ως μια έννοια η οποία δεν είναι αφηρημένη, αλλά βαθιά χρηστική ως προς τη διάσταση της καθημερινής ζωής, είναι αυτή που μπορεί να μετουσιώνει την αγωνία του σύγχρονου τρόπου ζωής στη συνειδητοποίηση μιας πιο ουσιώδους και αληθινής ύπαρξης. Ευτυχώς λοιπόν όταν η π-οίηση τελειώνει, μαζί της τελειώνει και ο κυνισμός, η πεζότητα και η σκληρότητα ενός ολόκληρου πένθιμου κόσμου και ταυτόχρονα κάτι καινούργιο ξεκινά. Είναι στη φροντίδα όλων μας αυτό το κάτι να είναι πιο φωτεινό, πιο αισιόδοξο και πιο ουσιαστικό από όσα ζήσαμε και ζούμε τα τελευταία χρόνια.
Από πού αντλείτε έμπνευση; Πώς ξεκινάει το ταξίδι της δημιουργίας ενός έργου σας και από ποιες φάσεις περνάει; Η αμφισβήτηση αποτελεί μέρος του;
Η εμπνεύσεις μου προέρχονται συνήθως από τη βιωμένη εμπειρία του οικείου περιβάλλοντος της καθημερινότητας, από την κοινωνικοπολιτική επικαιρότητα, από την ιστορία και σε ορισμένες περιπτώσεις από τη δύναμη συμβολικών στοιχείων του μυθικού κόσμου. Η διαδικασία δημιουργίας ενός έργου, προϋποθέτει μια μέθοδο καλλιτεχνικής έρευνας η οποία προκύπτει είτε αυθόρμητα μέσα από τη συνάντηση με το τυχαίο, το λάθος, τη συναρμογή διαφορετικών και ποικίλων εννοιών, αντικειμένων, οπτικών και ακουστικών ερεθισμάτων, είτε μέσα από την προσεκτική ανάπτυξη μιας ιδέας ή ενός θέματος, το οποίο μέσα από τη μελέτη διαφορετικών πηγών που αναφέρονται σε αυτό, την αναζήτηση και επιλογή των κατάλληλων μέσων και υλικών, καταλήγει στο τέλος να μετουσιώνεται σε εικόνα και τελικά σε έργο. Σίγουρα σε όλες τις φάσεις δημιουργίας της καλλιτεχνικής παραγωγής δεν λείπουν στοιχεία όπως ο πειραματισμός, η σύγκριση των αποτελεσμάτων και η διαρκής επανεξέταση των εκφραστικών μέσων, έτσι ώστε η τελική σύνθεση να ανταποκρίνεται όσο πιο πιστά γίνεται στα αισθητικά και νοηματικά κριτήρια της αρχικής πρόθεσης. Σε μένα ο παράγοντας που καθορίζει τη δημιουργία ενός έργου ή όχι, είναι το ποσοστό επιθυμίας να δεις μια εικόνα που έχεις ήδη φαντασιακά κατασκευάσει στο μυαλό σου, να ζει μέσα στο χώρο, μέσα στην πραγματική ζωή. Νομίζω πως δεν υπάρχει πραγματικός καλλιτέχνης ο οποίος δεν αμφισβητεί τον εαυτό του. Η διαρκής αμφισβήτηση του ίδιου σου του έργου και του εαυτού, είναι μέρος ενός δημιουργικού συστήματος που μπορεί να σε κάνει κάθε φορά καλύτερο, πιο αυθεντικό.
Θεωρείτε πως λείπει από την τέχνη ο κοινωνικός της χαρακτήρας;
Εξαρτάται από τι εμπεριέχει η έννοια του κοινωνικού χαρακτήρα. Νομίζω πως η τέχνη δεν είναι αποκομμένη από τη ζωή και οι καλλιτέχνες σήμερα ως επί το πλείστον δεν είναι άνθρωποι που ζουν έξω από τον κόσμο. Θεωρητικά επομένως η τέχνη ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν είναι ξεκάθαρα εμφανές αυτό, έτσι και αλλιώς επηρεάζεται, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, από τη σχέση που έχουν οι δημιουργοί της με το κοινωνικό περιβάλλον και τα ερεθίσματά του, αποδίδοντας τα αποτελέσματα αυτής της σχέσης στο ίδιο το έργο. Αυτό που εμένα με απασχολεί περισσότερο σήμερα είναι ο ρόλος της τέχνης ως μέσο απόδοσης ενός ωφέλιμου έργου απέναντι στις κοινότητες. Ένα πολύ σημαντικό μέρος της καλλιτεχνικής αλλά και θεωρητικής μου έρευνας, το οποίο δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στο ευρύ κοινό, αφιερώνεται στη δημιουργία project τα οποία χρησιμοποιώντας ως μέσο όψεις της σύγχρονης τέχνης (εφήμερη τέχνη, διακαλλιτεχνικές δράσεις στο δημόσιο χώρο) έχουν σκοπό να αναδείξουν ή ακόμη και να συμβάλλουν στην επίλυση ζητημάτων που απασχολούν την ίδια την κοινότητα. Η τέχνη αποτελεί κατεξοχήν το μέσο που μπορεί να φέρει τους ανθρώπους πιο κοντά, παραμερίζοντας τις διαφορές τους, αναδεικνύοντας και ενισχύοντας όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να μας ενώνουν απέναντι στα κοινά για όλους αρνητικά αποτελέσματα του ύστερου καπιταλισμού (οικονομική ανισότητα, κλιματική κρίση, κοινωνικός αποκλεισμός). Η ανάδειξη του καλλιτέχνη ως ενορχηστρωτή κοινών δράσεων με μέλη τοπικών κοινοτήτων, κατοίκων, τοπικών φορέων, ιδιωτικών και δημόσιων οργανισμών, επαναπροσδιορίζει πλέον την τέχνη ως είδος μιας κοινωνικής πρακτικής.
Τα έργα σας σφύζουν από νοήματα… ωθούν τη σκέψη γύρω από φιλοσοφικές έννοιες… Ένα έργο και μια αφορμή για στοχασμό. Κάτι παραπάνω από τις πολλές ερμηνείες που μπορεί να έχει ένα έργο τέχνης… η σύνδεσή του με τη ζωή. Είναι αυτός ο στόχος σας;
Για εμένα η τέχνη διατηρεί μια αδιαμφισβήτητη σχέση με τη ζωή, και η ζωή με την τέχνη. Αλλά και με την ποίηση, την αγάπη για τις μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας που περνούν απαρατήρητες και συνήθως δεν τους δίνουμε σημασία. Είναι η λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά, στην ποιότητα, στο ευ ζην. Δεν ξέρω αν τα έργα μου εμπεριέχουν όλα αυτά που προαναφέρατε, όμως σίγουρα θα ήθελα ο θεατής όταν δει κάτι να επανέλθει, να το ξαναδεί, να στοχαστεί επάνω στη λεπτομέρεια. Λένε πως μονάχα μπροστά σε ένα έργο τέχνης μπορεί κάποιος να συνειδητοποιήσει την ύπαρξή του στον κόσμο και αυτό είναι κάτι το οποίο το πιστεύω πολύ. Γι’ αυτό και προτιμώ το έργο μου να είναι πολύσημο και ανοικτό στις ερμηνείες του κοινού. Αυτό που προσφέρω στον θεατή είναι όλα τα στοιχεία, τα σύμβολα, τους συνδετικούς δεσμούς για να ενώσει τα νοήματα μεταξύ τους, ώστε να μπορέσει να φτάσει στη δική του «αλήθεια». Χτίζεται έτσι μια γέφυρα επικοινωνίας, ένα συνδετικός δεσμός μεταξύ μας με αφορμή το έργο, ένας διάλογος μέσω της τέχνης για την ίδια τη ζωή. Αυτή η διαλεκτική σχέση έχει ιδιαίτερη αξία και όποτε συμβαίνει με χαροποιεί ιδιαίτερα.
Πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με τη ζωγραφική και τη γλυπτική; Τι σας οδήγησε στην τέχνη;
Η ενασχόληση μου με την τέχνη δεν προέκυψε ως μια συνειδητοποιημένη απόφαση που εξαρχής είχα προοικονομήσει για τον εαυτό μου σε μικρή ηλικία. Παρά το γεγονός ότι υπήρχαν ερεθίσματα μέσα από την οικογένεια για μια τέτοια απόφαση, η επιλογή αυτής της πορείας εξελίχθηκε σταδιακά μέσα στο χρόνο. Νομίζω κομβικό ρόλο στην απόφαση να ασχοληθώ με την τέχνη υπήρξε η συνειδητοποίηση κάποια στιγμή πως χωρίς να «φτιάχνω» κάτι με τα χέρια μου – γιατί τότε ακόμη είχα συνδέσει αποκλειστικά την τέχνη με τη χειρωνακτική εργασία – δεν θα μπορούσα να ζήσω. Δεν μπορούσα δηλαδή να «δω» τον εαυτό μου μέσα σε τίποτα άλλο, παρά μονάχα ως μέρος της ίδιας της τέχνης. Ήταν σαν η ζωγραφική ή γλυπτική να ήταν το οξυγόνο, που χωρίς αυτό δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Επομένως όπως ακριβώς μια φυσική διαδικασία, δεν είχα άλλη επιλογή παρά να ακολουθήσω αυτό το ένστικτο που ορίστηκε από την αναγκαιότητα να μπορώ όχι απλά να επιβιώνω σε μια μορφή εργασίας που δεν θα μου ταίριαζε, αλλά να ζω αληθινά μέσα από την τέχνη.
Αν κλείνατε τη φιλοσοφία σας για τη ζωή σε μια φράση θα ήταν…
Επειδή μιλάμε για την οίηση θα μου επιτρέψετε να απαντήσω με μια μικρή ιστορία. Λέγεται πως ο Αυτοκράτορας Αδριανός είχε ζητήσει κάποτε να του φτιάξουν ένα δαχτυλίδι, το οποίο φορούσε πάντοτε στο χέρι του. Στο εσωτερικό του είχε χαραγμένη μια φράση που του επέτρεπε να διέπει ολόκληρη τη ζωή του με ταπεινότητα: Ο χρόνος θα σε προδώσει, η φύση θα σε εκδικηθεί, στο τέλος θα σε κρίνει ένας θεός.