«Ξαναγίναμε μια αγκαλιά… και κατάλαβα: Πατρίδα είναι… εκεί που σ’ αγαπούν!»

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου, που γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 2 Απριλίου, ο συγγραφέας Γιώργος Κωνσταντινίδης μας μίλησε για το ταξίδι του στον μαγικό κόσμο του παιδικού βιβλίου.

Ως παιδί σας άρεσε πολύ να διαβάζετε και τι σας κινούσε περισσότερο το ενδιαφέρον;

Με θυμάμαι πάντα να διαβάζω. Και θυμάμαι να ξαναδιαβάζω πράγματα που είχαν ξαναπεράσει από τα μάτια μου. Αρκετές φορές! Η αλήθεια είναι πως στην ηλικία 10 με 18 ετών δεν είχα πρόσβαση σε πολλά βιβλία, για οικονομικούς λόγους, αφού η οικογένειά μας είχε 3 παιδιά και εγώ ήμουν το μικρότερο με διαφορά δεκαετίας! Άρα, όπως τα ρούχα των μεγάλων αδερφών, κληρονομούσα και τα βιβλία τους. Αυτό σημαίνει πως διάβαζα και τίτλους που δεν θα επέλεγα ποτέ. Εγώ θα ήθελα ιστορίες με πειρατές και μάγισσες, ταξίδι στο κέντρο της γης (το είχαμε αυτό το βιβλίο) και περιπέτειες. Στο Λύκειο, αποφάσισα να διαλέγω μόνος μου βιβλία και να τα αγοράζω με το «χαρτζιλίκι» μου. Τότε όμως ήταν η εποχή της αμφισβήτησης και του Έριχ φον Ντένικεν. Θυμάμαι και χαμογελάω που προσπαθούσα να εξηγήσω τα μυστήρια του κόσμου. Τέλος, πέρασα και μια άλλη φάση φανατικής ανάγνωσης κοντά στα 30. Ήμουν ήδη επαγγελματίας μουσικός και τότε διάβαζα μόνο βιογραφίες Ελλήνων μουσικών, συνθετών και τραγουδιστών, με αποτέλεσμα η σημερινή μου βιβλιοθήκη να ξεπερνά τους 300 τίτλους τέτοιων βιβλίων, τα οποία με υπερηφάνεια δηλώνω πως τα έχω αποδελτιώσει σε ένα «άτυπο» προσωπικό αρχείο με ιστορίες από την ελληνική μουσική.

Ως συγγραφέας, πώς και πότε ξεκίνησε το ταξίδι σας στον μαγικό κόσμο του παιδικού
βιβλίου;

Το ταξίδι μου ως συγγραφέας ξεκίνησε σε συναυλίες και σε ένα στούντιο ηχοληψίας!
Ας τα πάρω από την αρχή. Ως καθηγητής βιολιού έγραφα παραμύθια για να «ντύνω» τις
συναυλίες των μαθητών μου, ώστε να υπάρχει ένα «έξτρα ενδιαφέρον» από τους
ακροατές. Τότε ξεκίνησε το ταξίδι της συγγραφής, αλλά δεν φανταζόμουν ποτέ πως θα
έφτανα να έχουν εκδοθεί τόσοι τίτλοι με το όνομά μου. Το ταξίδι των εκδόσεων ξεκίνησε σε
ένα στούντιο ηχοληψίας, όπως ήδη σας είπα. Εκείνη την εποχή ενορχήστρωνα τις μουσικές
που έμπαιναν στα cd παιδικών βιβλίων των εκδόσεων Άγκυρα. Επίσης, με συναδέλφους
μουσικούς, μόλις είχαμε δημιουργήσει ένα κουαρτέτο εγχόρδων και είχαμε σκεφτεί να
κάνουμε εκπαιδευτικούς μουσικούς κύκλους στα σχολεία. Κουβέντα στη κουβέντα μου
ζητήθηκε να γράψω 4 κεφάλαια για να δουν πώς το σκέφτομαι… Αυτές οι σελίδες ήταν η
αρχή του πρώτου μου βιβλίου «Η Σιρεφά και οι χαμένες νότες» το 2004 (πρώτη έκδοση
2007).

Τι ξεχωριστό έχουν οι ιστορίες που απευθύνονται σε παιδιά;

Έχουν την εξυπνάδα, την περιέργεια, την υπερβολή, το χαμόγελο και τους φόβους τους. Την
ταχύτητα, τις εξάρσεις τρυφερότητας και θυμού, την αληθινή αγάπη και την ψεύτικη. Πάνω
από όλα όμως πρέπει να έχουν ευθεία ματιά. Οι ιστορίες να κοιτάζουν κατάματα τα παιδιά
και να μην τα κοροϊδεύουν. Αυτό είναι που σκέφτομαι καθημερινά όταν κάνω μαθήματα
βιολιού σε παιδιά ή όταν γράφω τα βιβλία μου.

Μια αγαπημένη φράση από δικό σας βιβλίο είναι…

Στο κεφάλαιο «Πατρίδα είναι…» από «Το Μπλοκάκι ενός UFO νο5» (εκδόσεις Μίνωας)
συζητάνε τα παιδιά στην τάξη τι είναι η πατρίδα. Κάποιοι συμμαθητές τους έχουν
μεταναστεύσει με τις οικογένειές τους για να βρουν μια άλλη ζωή. Άλλοι εντός και άλλοι
εκτός Ελλάδας και οι φίλοι τους, που έμειναν πίσω, έχουν απορία ποια θα είναι η πατρίδα
αυτών των παιδιών. Δεν θα σας πω όλη την ιστορία, μόνο το τέλος της: «Ξαναγίναμε μια
αγκαλιά… και κατάλαβα: Πατρίδα είναι… εκεί που σ’ αγαπούν!»

Μια ανεξίτηλη ανάμνηση… κάτι που μοιράστηκε μαζί σας κάποιος αναγνώστης/
αναγνώστρια είναι…

Τα καλά λόγια είναι, λίγο, συνηθισμένα: «ωραίο κείμενο», «εξαιρετική ιδέα», «η ματιά σας
φώτισε μια άλλη διάσταση», «το κείμενό σας με ταξίδεψε» και πόσα άλλα έχουμε ακούσει
όλοι όσοι γράφουμε. Εγώ θέλω τα βιβλία μου να παίρνουν «παράσημα» από τα παιδιά. Η
ανεξίτηλη ανάμνηση αναγνώστη μου που θα μοιραστώ κι εγώ μαζί σας είναι μια
φωτογραφία. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μου ήρθε, ένα απόγευμα, μια φωτογραφία.
Ήταν ένας πιτσιρικάς, περίπου 10 ετών, που διάβαζε απορροφημένος ένα βιβλίο μου. Το
«παράσημο» δεν ήταν αυτό. Ο πατέρας του σχολίαζε από κάτω: Είναι 1,5 ώρα έτσι. Έχει
παρατήσει το τάμπλετ, διαβάζει τον Μπούφο και γελάει. Σας ευχαριστώ! Αυτό ναι, είναι
«Παράσημο». Εγώ σε ευχαριστώ μικρέ μου φίλε, εσένα και τον πατέρα σου. Όπως και το
Say Yes to the Press, που έγινε αφορμή να τα θυμηθώ όλα αυτά…