Η ζάχαρη και το μωσαϊκό της αυτοανοσίας – Η υψηλή πρόσληψη γλυκόζης επιδεινώνει τα αυτοάνοσα

Η υψηλή πρόσληψη γλυκόζης αυξάνει τον κίνδυνο πολλών ασθενειών, ωστόσο οι επιπτώσεις στην αυτοανοσία παραμένουν αδιευκρίνιστοι.

Επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι η υψηλότερη κατανάλωση αναψυκτικών με ζάχαρη σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων ασθενειών, όπως καρδιαγγειακή νόσο, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, παχυσαρκία, μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος, ουρική αρθρίτιδα και ρευματοειδή αρθρίτιδα και με χειρότερα συμπτώματα σε ορισμένους ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα. Ο αναβολικός μεταβολισμός έχει αποδειχθεί ότι ευνοεί τη διαφοροποίηση των προφλεγμονωδών Τ λεμφοκυττάρων ενώ ο καταβολικός μεταβολισμός ευνοεί τη ρυθμιστική διαφοροποίηση των Τ λεμφοκυττάρων.

Συγκεκριμένα ,η υψηλή πρόσληψη γλυκόζης επιδεινώνει την αυτοανοσία μέσω της διέγερσης των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος : Th17.
Η υψηλή γλυκόζη διεγείρει τα κύτταρα Th17 μέσω της ενεργοποίησης TGF-β που εξαρτώνται από τα ROS (Αντιδραστικά είδη οξυγόνου )αποκαλύπτοντας μη αναγνωρισμένους μηχανισμούς για την υψηλή πρόσληψη γλυκόζης στην αυτοανοσία.

Οι αυτοάνοσες ασθένειες προκύπτουν από μη φυσιολογικές ανοσολογικές αντιδράσεις που επιτίθενται σε φυσιολογικούς ιστούς του σώματος, γεγονός που οδηγεί σε χρόνια καταστροφή αυτών των ιστών και σοβαρή μείωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.
Η συχνότητα των αυτοάνοσων ασθενειών, συμπεριλαμβανομένης της νόσου του Crohn και της σκλήρυνσης κατά πλάκας (MS), κ.ά. έχει αυξηθεί τρομερά τις τελευταίες δεκαετίες, ειδικά στις δυτικές χώρες.
Ωστόσο, οι αιτιολογικοί και οι υποκείμενοι μηχανισμοί αυτών των αυτοάνοσων νόσων παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστοι. Η διατροφή θεωρείται εδώ και καιρό ως πιθανός
περιβαλλοντικός παράγοντας κινδύνου για την αυξανόμενη συχνότητα εμφάνισης αυτοάνοσων ασθενειών (Lerner και Matthias, 2015 Manzel et al., 2014). Οι μεγάλες αλλαγές στα διατροφικά πρότυπα στις δυτικές χώρες έχουν επηρεάσει τον πληθυσμό να καταναλώνει
τρόφιμα υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη, υψηλής περιεκτικότητας σε αλάτι και υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, γεγονός που έχει προκαλέσει την αυξημένη συχνότητα εμφάνισης παχυσαρκίας, μεταβολικού συνδρόμου και καρδιαγγειακών παθήσεων (Manzel et al., 2014).

Πρόσφατα, αρκετές μελέτες έχουν δείξει πιο άγνωστες αρνητικές επιπτώσεις μιας δίαιτας υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη. Ωστόσο, το αν η υψηλή πρόσληψη ζάχαρης επηρεάζει την ανάπτυξη της αυτοανοσίας και της διαφοροποίησης των Τ κυττάρων παραμένει ασαφές.
Τα δεδομένα αποδεικνύουν ότι η υψηλή πρόσληψη γλυκόζης επιδεινώνει την αυτοανοσία και τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η υψηλή πρόσληψη γλυκόζης προκαλεί συγκεκριμένες αποκρίσεις κυττάρων Th17 στην αυτοανοσία.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: 
Η αποφυγή της υπερβολικής πρόσληψης ζάχαρης και του υπερσιτισμού και η ισορροπία μεταβολισμού, λόγω σωματικής δραστηριότητας ή/και νηστείας μπορεί να προάγει την υγεία και να συμβάλει στην πρόληψη αυτοάνοσων και άλλων ασθενειών τουλάχιστον σε άτομα
με γενετική προδιάθεση.
Τα άτομα μπορούν να προσπαθήσουν να αποφύγουν την πρόσληψη ζάχαρης και να αυξήσουν την σωματική δραστηριότητα και αυτό ακολουθείται από βραχυπρόθεσμα οφέλη για την υγεία. Τα μακροπρόθεσμα οφέλη μιας τέτοιας συμπεριφοράς όσον αφορά την υγεία και την πρόληψη ασθενειών έχουν, εδώ και πολύ καιρό, είναι ευρέως αποδεκτά και έχουν
αποδειχθεί από επιδημιολογικές και παρεμβατικές μελέτες.

Ελένη Κομνηνού
Ειδική Ρευματολόγος, Clinical Assistant Professor of University of Nicosia, Επιστημονικά Υπεύθυνη Ρευματολογικού Τμήματος Metropolitan General, Διευθύντρια Κλινικής “Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων" Metropolitan General, Υπεύθυνη Τμήματος “Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων και Κύησης" ΜΗΤΕΡΑ