Της Μαρίας Ακριβού
Μολονότι η Ελλάδα δεν αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση σε ότι αφορά την ανάπτυξη συνεταιρισμών – αφού η συνεργασία και οι συμπράξεις δεν είναι το φόρτε μας – εντούτοις έχει να επιδείξει σημαντικά δείγματα γραφής.
Στην ελληνική νομοθεσία γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ αστικών και αγροτικών συνεταιρισμών και η ιστορία τους πηγαίνει αρκετά χρόνια πίσω, πριν από τη σύσταση του σύγχρονου νεοελληνικού κράτους όταν υπήρχαν ενώσεις τα λεγόμενα «τσελιγκάτα» ή «κοινάτα», οι οποίες είχαν αντικείμενο την κοινή εκτροφή και εμπορία των αμνοεριφίων. Από τους πρώτους βιομηχανικούς-γεωργικούς συνεταιρισμούς ίσως και παγκοσμίως ήταν εκείνος στα Αμπελάκια για την επεξεργασία και βαφή νημάτων με κόκκινο χρώμα, που παρήγαν από το φυτό ριζάρι!
Μετά την απελευθέρωση από την οθωμανική αυτοκρατορία η γεωργία ήταν υποτυπώδης. Η γη ήταν κατανεμημένη σε μεγάλες ιδιόκτητες εκτάσεις, τα ονομαζόμενα τσιφλίκια και η αγροτική παραγωγή δεν κάλυπτε ούτε τις οικογενειακές βιοποριστικές ανάγκες των καλλιεργητών.
Σε παγκόσμιο επίπεδο η ιδέα του συνεταιρίζεσθαι, κατ’ επέκταση και όλοι οι συνεταιρισμοί που την πρεσβεύουν, γιορτάζουν το πρώτο Σάββατο κάθε Ιουλίου. Για την ιστορία, η Παγκόσμια Ημέρα Συνεταιρισμών καθιερώθηκε το 1995, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την ίδρυση της Διεθνούς Συμμαχίας των Συνεταιρισμών.
Ο Συνεταιρισμός αποτελεί μία μορφή επιχειρηματικότητας, που συσπειρώνει τους μικροπαραγωγούς, τους εκπροσωπεί και σε πολλές περιπτώσεις τους παρέχει τεχνογνωσία, αλλά και πρόσβαση σε ένα δίκτυο, εντός και εκτός των εθνικών συνόρων της χώρας στην οποία δραστηριοποιούνται, ώστε να αναπτύξουν τις πωλήσεις τους και να διευρύνουν το χαρτοφυλάκιο των πελατών τους.
Με άλλα λόγια, οι συνεταιρισμοί είναι επιχειρήσεις που δημιουργούνται από και για τους ανθρώπους ώστε να εξυπηρετήσουν τις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες των μελών τους. Σήμερα, οι συνεταιρισμένοι παραγωγοί ξεπερνούν το 1 δισεκατομμύριο παγκοσμίως.
Στην πράξη, όταν ένας κλάδος αντιμετωπίζει προβλήματα ή απειλούνται τα κεκτημένα του από τις αποφάσεις της εκάστοτε κυβέρνησης – πχ επιβολή πρόσθετων φόρων – οι διάφοροι συνεταιρισμοί λειτουργούν ως διαπραγματευτικά όργανα και πολλές φορές στο παρελθόν έχουν πετύχει σημαντικές νίκες προασπίζοντας τα συμφέροντα των μελών τους.
Κάθε μέλος έχει φωνή!
Η θεμελιώδης διαφορά των συνεταιρισμών είναι ότι καθένας από αυτούς απαρτίζεται από μέλη, όχι μετόχους, τα οποία λαμβάνουν δημοκρατικά τις αποφάσεις για την λειτουργία των συνεταιριστικών οργανώσεων. Τα μέλη μπορεί να είναι εργαζόμενοι, παραγωγοί ή πελάτες ανάλογα με το είδος του συνεταιρισμού. Την ίδια στιγμή είναι ιδιοκτήτες της συνεταιριστικής επιχείρησης. Έτσι ελέγχουν και μοιράζουν τα κέρδη οι ίδιοι.
Οι συνεταιρισμοί είναι μοναδικοί επειδή μέλη τους είναι τα ενδιαφερόμενα μέρη για τις υπηρεσίες ή προϊόντα τους οι οποίοι συμμετέχουν σε διαφορετικά επίπεδα.
Για παράδειγμα οι εργαζόμενοι βρίσκουν δουλειά και έχουν άμεσα μερίσματα στους συνεταιρισμούς εργαζομένων, οι παραγωγοί προωθούν τα προϊόντα τους και έχουν μερίσματα από την πώληση τους στους συνεταιρισμούς παραγωγών, και οι καταναλωτές έχουν άμεσα μερίσματα στους συνεταιρισμούς χρηστών (καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, στεγαστικοί συνεταιρισμοί, συνεταιριστικές τράπεζες κ.λ.π.).