Πριν από την πανδημία, το γαλλικό brand ρούχων Ba&sh διοργάνωνε κάθε Παρασκευή στο κατάστημα της Νέας Υόρκης την Dream Closet. Οι πελάτες, πίνοντας ένα ποτήρι δωρεάν σαμπάνια, μπορούσαν να δανειστούν ένα ρούχο χωρίς χρέωση και να το επιστρέψουν τη Δευτέρα. Με την έλευση της πανδημίας, η πρακτική αυτή σταμάτησε, ακόμα και τον Ιούλιο που άνοιξαν ξανά τα καταστήματα. Πλέον, τα brands αναζητούν τρόπους να ξαναφέρουν τους πελάτες στα μαγαζιά τους και το Ba&sh επαναφέρει την Dream Closet της Παρασκευής.
Σύμφωνα με την Irene Yuan, υπεύθυνη marketing της εταιρείας στη Β. Αμερική, η επαναφορά του event αυτού είναι σημαντική, ακόμα και με την εφαρμογή των απαραίτητων περιορισμών λόγω κορονοϊού, καθώς από αυτούς που δανείζονται ρούχα, το 20% προχωρά και σε αγορές. “Θέλαμε να περιμένουμε ώστε η διάθεση των πελατών για το event να επανέλθει” επισημαίνει η Yuan. “Όταν άρχισαν να μας ρωτάνε για το πότε να ξαναγίνει, καταλάβαμε ότι είναι η ώρα να το επαναφέρουμε”.
Στο πλαίσιο της στρατηγικής της να προσελκύσει τους πελάτες στα καταστήματα, η La Ligne ξεκίνησε να εφαρμόζει ένα νέο event, που ονόμασε L’Atelier. Δείγματα που φτιάχτηκαν κατά τη διάρκεια της δημιουργίας ρούχων που τελικά δεν μπήκαν στη διαδικασία παραγωγής, πωλούνται αποκλειστικά στο κατάστημα της Madison Avenue.
Η συνιδρύτρια της εταιρείας Valerie Macaulay δήλωσε ότι, το να πωλούνται αυτά τα ρούχα αποκλειστικά στο κατάστημα είναι ένας καλός τρόπος για να δίνεται ένα επιπλέον κίνητρο στους πελάτες να έρθουν και να ζήσουν να εμπειρία που δεν μπορούν να έχουν online.
Η La Ligne πάντα στηριζόταν στις online πωλήσεις, σε ποσοστό 80%. Παρόλα αυτά, η Macaulay θεωρεί ότι τα δύο της καταστήματα στη Νέα Υόρκη και το Ντάλλας είναι σημαντικά για την καθιέρωση του brand. Η εταιρεία σκοπεύει να ανοίξει επιπλέον καταστήματα μέσα στα επόμενα 3 χρόνια.
Το γεγονός ότι τα φυσικά καταστήματα θα πρέπει να δίνουν επιπλέον κίνητρο στους καταναλωτές για να τα επισκεφθούν είναι κάτι που οι εταιρείες γνώριζαν και πριν τον κορονοϊό. Όμως, η πανδημία οδήγησε έναν πολύ μεγάλο αριθμό καταναλωτών στο ηλεκτρονικό εμπόριο και, ακόμα και μετά το άνοιγμα της αγοράς, πολλοί θα συνεχίσουν να ψωνίζουν online.
Ορισμένες εταιρείες αξιοποίησαν την τεχνολογία για να φέρουν τους πελάτες στα καταστήματα. Για παράδειγμα, στο κατάστημα των αθλητικών παπουτσιών On’s που άνοιξε τον Δεκέμβριο, υπάρχει ένας τοίχος με αισθητήρες που προτείνει παπούτσια ανάλογα με τον διασκελισμό του πελάτη. Το νέο flagship κατάστημα της Montblanc στη Madison Avenue, που άνοιξε τον Απρίλιο, έχει έναν χώρο όπου οι πελάτες μπορούν να δοκιμάζουν ακουστικά και smartwatches, δίνοντας έμφαση στην εμπειρία.
Η Rhone, εταιρεία αθλητικών ρούχων, εγκατέστησε εξοπλισμό γυμναστηρίου στο κατάστημά της που άνοιξε τον Μάρτιο, απευθυνόμενη σε όσους ακύρωσαν τη συνδρομή τους στο γυμναστήριο.
Είναι γεγονός ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει πάρει μερίδιο αγοράς από τα φυσικά καταστήματα. Το 2020, οι καταναλωτές στις ΗΠΑ ξόδεψαν $900 δις περισσότερα σε ηλεκτρονικές αγορές σε σχέση με το 2019. Τα φυσικά καταστήματα είναι ακριβά και τα brands οφείλουν να δουλέψουν σκληρά για να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους.