«Το να αντιδράς έχει κόστος. Ξεβολεύεσαι. Είναι πιο εύκολο και ανώδυνο να συνεχίζεις τη ζωή σου, αδιαφορώντας»

Η Δώρα Χρυσικού, γνωστή για την κοινωνική της δράση εκτός από το καλλιτεχνικό της έργο, μαζί με τον σκηνοθέτη Κοραή Δαμάτη και τη Μαρία Λούκα, επιστρέφει στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα μέσα από τον μονόλογο «18/9», που θα δούμε από τις 10 Οκτωβρίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης.

Τι θα δούμε στο «18/9» και ποια είναι η Δάφνη, που υποδύεσαι;

Η Δάφνη είναι η ηρωίδα που πλάσανε ο Κοραής Δαμάτης και η Μαρία Λούκα, ένα νέο κορίτσι που υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Τη βρίσκουμε το πρωινό που έχει κληθεί στο δικαστήριο να καταθέσει για όσα είδε το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου, όπου ο Γιώργος Ρουπακιάς, κατ’ εντολήν της ηγετικής ομάδας της Χρυσής Αυγής, μαχαίρωσε τον Παύλο Φύσσα. Η ηρωίδα μας είναι ένα κράμα μυθοπλασίας και πραγματικών περιστατικών. Είναι εμπνευσμένη από τις καταθέσεις των πραγματικών αυτόπτων μαρτύρων στη δολοφονία του Παύλου, τη Δήμητρα Ζώρζου και την Παρασκευή Καραγιαννίδου μαζί με αρκετά στοιχεία μυθοπλασίας φυσικά. Ο μονόλογος ανήκει στο είδος του θεάτρου ντοκουμέντο, όπου χρησιμοποιεί πραγματικά περιστατικά μαζί με φανταστικές καταστάσεις.

Πώς άλλαξε η ζωή αυτού του κοριτσιού από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και πώς η δική σου;

Η Δάφνη μετά από τη δολοφονία γίνεται μια άλλη. Απεκδύεται ό,τι γνώριζε ως ζωή και πραγματικότητα. Σπάει τα στεγανά της μέχρι τότε ζωής της, λυτρώνεται από το «λίγο» και τον φόβο της, και ακούει την εσωτερική φωνή της. Με μεγάλο κόστος και κόπο. Είναι ένα βήμα προς την εσωτερική ελευθερία η απόφαση να καταθέσει. Κερδίζει αυτοσεβασμό και αυταξία. Η Δάφνη είναι ένα κορίτσι, που βρίσκεται σε ένα συνεχές εκκρεμές σε σχέση με αυτό που νιώθει πως πρέπει να πράξει και όσα έχει μάθει, όσα της έχουν φορεθεί από το περιβάλλον. Και όταν σπάει το απόστημα του φόβου, κάνει μια γενναία έξοδο προς το φως. Τη δική μου ζωή, όπως και πολλών ανθρώπων της γενιάς μου, η δολοφονία του Παύλου τη στιγμάτισε πολλαπλά. Συναισθηματικά, αλλά και με όρους κοινωνικοπολιτικής συνειδητότητας, γιατί μας έδωσε έναν πολύ σαφή ορίζοντα δράσης και στόχο για αγώνα. Συναισθηματικά όμως, η επαφή με την οικογένεια του Παύλου και όλο αυτό τον κόσμο που ήταν γύρω του, επανανοηματοδότησε την ύπαρξή μου ολόκληρη, χωρίς ίχνος υπερβολής.

Τι σε κινητοποίησε να ανεβάσεις αυτό το κείμενο;

Η αγάπη μου για αυτή την οικογένεια. Ξεκάθαρα. Ο θαυμασμός μου γι’ αυτό το πλάσμα που υπήρξε ο Παύλος, η ευθύνη που νιώθω να μην ξεχάσουμε, η επιθυμία μου να τιμήσω αυτά τα δύο κορίτσια και η βαθιά αποστροφή μου, η απόλυτη δυσανεξία μου για τον φασισμό. Όλα αυτά μαζί και άλλα τόσα.

Γιατί τελικά έπρεπε να συμβούν όλα αυτά για να αντιδράσει ο κόσμος;

Γιατί το να αντιδράς έχει κόστος. Ξεβολεύεσαι. Είναι πιο εύκολο και ανώδυνο να συνεχίζεις τη ζωή σου, αδιαφορώντας. Αν και σ’ αυτό το «ο κόσμος» δεν ξέρω ακριβώς τι να πω. Αλήθεια, ποιος κόσμος αντέδρασε; Ο υποψιασμένος κόσμος, που είχε δει τον κίνδυνο, που προειδοποιούσε, που κατάλαβε τι ήταν η είσοδος της Χρυσής Αυγής στο ελληνικό κοινοβούλιο το 2012. Γιατί ο υπόλοιπος κόσμος συνέχισε να αναμασάει το αφήγημα των καλών παιδιών, που βοηθάνε τις γιαγιάδες να πάνε στα ATM, να δέχεται τη βία και τα πογκρόμ στις γειτονιές, θεωρώντας πως αυτά συμβαίνουν σε κάποιους άλλους και ότι δεν τον αφορούν· ή ότι δεν ήταν αρκούντως ανησυχητικά. Είναι φρικτό, αλλά είναι μια επώδυνη αλήθεια πως για πολύ κόσμο οι επιθέσεις της Χρυσής Αυγής σε μετανάστες ή ιδεολογικούς εχθρούς ήταν ανεκτές, έως και δικαιολογημένες. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για πολύ καιρό η Χρυσή Αυγή  αντιμετωπιζόταν με μετριοπάθεια και συγκαταβατικότητα και από τον απλό λαό αλλά και από τα επίσημα κέντρα εξουσίας. Η δολοφονία του Παύλου άλλαξε την ατζέντα. Γιατί ήταν Έλληνας, λευκός, «δικός μας».


Φωτο: Μάριος Λώλος

Πώς προέκυψε το κείμενο της παράστασης; Οι καταθέσεις της Δήμητρας Ζώρζου και της Παρασκευής Καραγιαννίδου πώς λειτούργησαν σε εσάς;

Το κείμενο πέρασε από πολλά στάδια μέχρι την τωρινή του, τελική μορφή. Στην αρχή η ιδέα ήταν να γίνουν δύο παράλληλοι μονόλογοι του φασίστα και της αντιφασίστριας, αλλά για λόγους οικονομικούς και budget, οι δύο ρόλοι έγιναν ένας. Κι εκεί σκεφτήκαμε ότι θέλουμε να βάλουμε στο επίκεντρο τον μέσο άνθρωπο, που γίνεται ακούσια υποκείμενο Ιστορίας· και να φωτίσουμε, να ιχνηλατήσουμε την εύθραυστη ψυχολογία του, τα διλήμματα που αντιμετωπίζει, τον φόβο, τα ερωτηματικά που ενσκήπτουν, το βάρος που έχει η αλήθεια. Το κόστος, αλλά και τη λύτρωση που περικλείουν. Θέλαμε να σκιαγραφήσουμε τα όρια της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης, που εκτείνεται από τη συρρίκνωση μέχρι το μεγαλείο.

Η Μάγδα Φύσσα έχει κάποια συμμετοχή στην όλη παράσταση;

Η Μάγδα είναι φάρος και η αρχή των πάντων. Εκπορεύονται όλα από τη δύναμη και την αξιοπρέπειά της. Κι η αγάπη μου, ο θαυμασμός και η βαθιά εκτίμησή μου για την ίδια και την οικογένειά της είναι η πυξίδα μου. Ο λόγος που έκανα την παράσταση. Άρα είναι η παράσταση.

Τι θέλετε εσείς να πετύχετε με αυτή την παράσταση;

Μακάρι ο καθένας που θα δει την παράσταση να ακουμπήσει κάτι δικό του πάνω της· να δει τον εαυτό του, τον φίλο, τον γείτονα, να καταλάβει την κοινή μοίρα των ανθρώπων. Μακάρι να δει το παρόν και αυτά για τα οποία παλεύουμε, να συνειδητοποιήσει ότι «το κακό δεν έχει τελειώσει», όπως λέει η Δάφνη. Και μακάρι να αποτελέσει η παράσταση έναν συλλογικό αναστεναγμό λύτρωσης. Βάλσαμο στο ανοιχτό συλλογικό τραύμα του πένθους. Μια ματιά ψηλά για τα δολοφονημένα αδέρφια μας. Και μακάρι να δώσει λίγη δύναμη και έμπνευση να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τα μεγάλα και τα σπουδαία.

Διαβάστε τη συνέχεια της συνέντευξης εδώ.