Σήμερα θα μιλήσουμε για ένα αμφιλεγόμενο θέμα, το Bancassurance ή το ασφαλιστικό τραπεζικό μοντέλο το οποίο είναι μια κοινή επιχείρηση (Κοινοπραξία) με την οποία η τράπεζα προσφέρει στους πελάτες της τα προϊόντα ενός ασφαλιστή. Oι τράπεζες προσφέρουν, συνήθως τα εξής ασφαλιστικά προϊόντα:
α) ασφάλειες ζωής και ατυχημάτων σε μεμονωμένους πελάτες ή προσφορά ομαδικών ασφαλίσεων.
β) προϊόντα αποπληρωμής τραπεζικών δανείων όπως η ασφάλιση της χορηγηθείσας πίστωσης σε περίπτωση θανάτου ή μόνιμης ανικανότητας του δανειολήπτη και αδυναμίας αυτού ή των δικαιοδόχων του για την εξυπηρέτηση του δανείου ή ασφάλιση του ενυπόθηκου ακινήτου.
Άνθρωποι του ασφαλιστικού κλάδου υποστηρίζουν ότι με αυτή την μείξη στην διανομή τραπεζικών – ασφαλιστικών προϊόντων από τραπεζικούς δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός αλλά και πολλά προβλήματα, καθώς και ελλείψεις που σε πολλές περιπτώσεις καταλήγουν σε καταγγελίες στον Συνήγορο του Καταναλωτή.
Το παραπάνω φαινόμενο δημιουργείται διότι μπορεί οι τραπεζικοί υπάλληλοι να έχουν τις
κατάλληλες πιστοποιήσεις από την Τράπεζα της Ελλάδας που χρειάζεται και ένας ασφαλιστής για να μπορεί να διανείμει ασφαλιστικά προϊόντα αλλά υστερούν σε εξειδίκευση, εμπειρία και κίνητρο κάνοντας την πώληση ασφαλιστικών προϊόντων μια διαδικασία ρουτίνας που τους επιβάλλεται από το εκάστοτε κατάστημα που εργάζονται.
Σε πολλές περιπτώσεις έχουν διαπιστωθεί μέχρι και εκβιασμοί σε ιδιώτες για σύναψη
ασφαλιστικών συμβολαίων από τις τράπεζες εκμεταλλευόμενοι ανάγκες όπως η έκδοση ενός
δανείου.
Κάποια επίσης από τα μειονεκτήματα του να ασφαλιστεί κάποιος μέσω τράπεζας είναι και τα
παρακάτω:
1. Δεν υπάρχει καμία εκπαίδευση των τραπεζικών υπαλλήλων ως προς τα διαφορετικά προϊόντα ασφάλισης που μπορούν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του κοινού με
αποτέλεσμα την κακή ή ελλιπή ενημέρωση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα ο καταναλωτής να
μην γνωρίζει τι έχει αγοράσει και όταν επέλθει ο κίνδυνος να μην γνωρίζει πως καλύπτεται
ή τις παροχές που διαθέτει το συμβόλαιό του.
2. Δεν υπάρχει καμία προσωπική σχέση μεταξύ ασφαλιζόμενου και ασφαλιστικού πράκτορα
(τράπεζα) με συνέπεια όταν ο πελάτης χρειαστεί μια βοήθεια ή κάποιες κατευθυντήριες
γραμμές σε κάποιο έκτακτο περιστατικό να πρέπει να τηλεφωνεί απρόσωπα στο εκάστοτε
κέντρο εξυπηρέτησης χάνοντας πολύτιμο χρόνο.
3. Έχουν παρατηρηθεί επίσης επικίνδυνες ελλείψεις σε ερωτηματολόγια υγείας, τα οποία συμπληρώνονται και απουσία του πελάτη, και από τα οποία εξαρτάται η κάλυψη αν θα
ισχύει σε περίπτωση έλευσης του κινδύνου ή αν δεν θα μπορεί να καλυφθεί ο
ασφαλισμένος.
4. Και τέλος παραλείπεται σχεδόν πάντα η πολύ σημαντική διαδικασία της ανάλυσης αναγκών η οποία θα ορίσει και ποιο πρόγραμμα ανταπεξέρχεται ακριβώς στις ανάγκες του καταναλωτή. Αντ’ αυτού υπάρχει ένα μόνο προϊόν το οποίο διανέμεται σε όλους τους πελάτες δίχως διάκριση.
Κλείνοντας λοιπόν αυτό το άρθρο θα ήθελα να επισημάνω πως η προσωπική σχέση, η υποστήριξη και η συμβουλή ενός ασφαλιστικού συμβούλου δεν μπορεί να αντικατασταθεί από κανένα τραπεζικό σύστημα και πως καλό θα ήταν για οποιαδήποτε ασφαλιστική μας ανάγκη να απευθυνόμαστε στους καθ’ ύλην αρμόδιους επαγγελματίες.