Μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα/Σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (ME/CFS)

Το σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης είναι μια χρόνια ασθένεια, που χαρακτηρίζεται από υπερβολική κόπωση, η οποία διαρκεί περισσότερο από έξι μήνες. Το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης (CFS) είναι γνωστό και ως Μυαλγική Εγκεφαλομυαλγία (ME) ή Συστηματική Νόσος Κόπωσης και Έλλειψης Υπομονής (SEID).

Πρόκειται για μια χρόνια πάθηση με τόσο σωματικές όσο και ψυχολογικές συνέπειες στον ασθενή. Τα συμπτώματα επιδεινώνονται με τη σωματική ή πνευματική δραστηριότητα, αλλά δεν βελτιώνονται πλήρως με την ανάπαυση.
Μία από τις βασικές προκλήσεις της νόσου είναι ότι δεν είναι δυνατόν να διαγνωστεί με εργαστηριακές εξετάσεις. Σήμερα, πάνω από ένα εκατομμύριο Αμερικανοί πάσχουν
από αυτή τη νόσο, ενώ οι γυναίκες έχουν 2 έως και 4 φορές μεγαλύτερη συχνότητα σε σχέση με τους άνδρες.

Αιτίες του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης
Η αιτία του ME/CFS είναι άγνωστη, αν και υπάρχουν πολλές θεωρίες. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι μπορεί να προκληθεί από έναν συνδυασμό παραγόντων.
Παρόλο αυτά, μερικοί ειδικοί πιστεύουν πως σχετίζεται άμεσα με διαταραχή των επινεφριδίων ή με τη φλεγμονή σε ολόκληρο το σώμα.
Η μη θεραπεία αυτού του συνδρόμου, μειώνει την αντοχή, τη μνήμη και τη συγκέντρωση.
Η ενοχή, το άγχος και ο θυμός είναι όλες οι κοινές συναισθηματικές αντιδράσεις για όσους μάχονται με τη χρόνια κόπωση.
Εξακολουθούμε να γνωρίζουμε πολύ λίγα πράγματα για τη χρόνια κόπωση. Φαίνεται ότι οι ορμονικές διαταραχές, η διαταραχή λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος, οι ιογενείς λοιμώξεις, η χρόνια χαμηλή αρτηριακή πίεση και η διατροφική ανεπάρκεια είναι παράγοντες που συντελούν σε αυτό.

Επιπλέον, η έρευνα έχει δείξει πως το σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης ίσως συνδέεται με το οξειδωτικό στρες, την κοιλιοκάκη, τις ευαισθησίες ή τις αλλεργίες στα τρόφιμα. Οι περισσότεροι ερευνητές πιστεύουν πως είναι ένας συνδυασμός παραγόντων που ποικίλει από άτομο σε άτομο. Οι ιοί που μπορούν να προκαλέσουν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι οι HHV-6, HTLV, Epstein-Barr, ιλαράς, coxsackie B, parvovirus και cytomegalovirus (CMV).

Συμπτώματα του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης
Η χρόνια κόπωση συχνά αρχίζει ξαφνικά, με συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά της γρίπης. Αλλά σε αντίθεση με τη γρίπη, μπορεί να διαρκέσει πολύ περισσότερο. Εκτός από την έντονη κόπωση, υπάρχουν και άλλα συμπτώματα που συνοδεύουν το σύνδρομο, όπως:

• Πόνος στις αρθρώσεις, που κινείται από το ένα σημείο
στο άλλο
• Μυαλγίες
• Χαμηλή συγκέντρωση
• Απώλεια μνήμης
• Διογκωμένοι λεμφαδένες
• Πονοκέφαλοι
• Ρίγη
• Νυχτερινές εφιδρώσεις
• Πεπτικές διαταραχές, όπως σύνδρομο ευερέθιστου
εντέρου (IBS)

Θεραπεία
Η θεραπεία του Συνδρόμου Χρόνιας Κόπωσης συνοψίζεται στην ανακούφιση του ασθενούς από τα συμπτώματα. Ως εκ τούτου, για την αντιμετώπιση των ψυχικών συμπτωμάτων συστήνεται η ψυχοθεραπεία, η άσκηση υπό την επίβλεψη ενός επαγγελματία υγείας
όπως φυσικοθεραπευτή και η ισορροπημένη διατροφή.
Αναφορικά με την τελευταία, προτείνεται η κατανάλωση υγιεινών τροφίμων πλούσιων σε βιταμίνες και ιχνοστοιχεία και η τακτική ενυδάτωση, ενώ συνήθως προτείνεται και η
κατανάλωση μικρών και συχνών γευμάτων, και προσεκτική κατανάλωση καφεΐνης για τη διατήρηση σταθερών επιπέδων ενέργειας. Ενδέχεται να χορηγηθούν συμπληρώματα διατροφής ή και να οριστεί συγκεκριμένο πλάνο διατροφής, μετά από την καθοδήγηση ειδικού. Επίσης, ίσως δοθούν ελαφριά αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Όλα αυτά με την επίβλεψη του ειδικού Ιατρού – ο οποίος οφείλει να έχει αποκλείσει όλα τα πιθανά Νοσήματα που
μπορεί να προκαλούν ΚΟΠΩΣΗ.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Δεν υπάρχει κανένα τεστ που να επιβεβαιώνει τη διάγνωση. Είναι απαραίτητο να αποκλειστούν άλλα προβλήματα υγείας που έχουν παρόμοια συμπτώματα. Η θεραπεία για την πάθηση επικεντρώνεται στην ανακούφιση των συμπτωμάτων.
Για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων στο σώμα, παρόλο που οι αλλαγές στον τρόπο ζωής συνίστανται επίσης, ενδεχομένως να δοθούν συμπληρωματικά και άλλα φάρμακα ή σκευάσματα που αντιμετωπίζουν τον πόνο.
Επειδή όμως δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη θεραπεία για την αντιμετώπιση της πάθησης, οι θεραπείες του κάθε ασθενούς με Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης είναι προσωπικές και απευθύνονται ειδικά στον κάθε ασθενή κατόπιν συνεννόησης με ειδικό.

Ελένη Κομνηνού
Ειδική Ρευματολόγος, Clinical Assistant Professor of University of Nicosia, Επιστημονικά Υπεύθυνη Ρευματολογικού Τμήματος Metropolitan General, Διευθύντρια Κλινικής “Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων" Metropolitan General, Υπεύθυνη Τμήματος “Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων και Κύησης" ΜΗΤΕΡΑ