Η νέα έρευνα αποκαλύπτει ότι τα λιποκύτταρα ενδέχεται να επηρεάζονται από την παχυσαρκία με έναν τρόπο που μεταβάλλει τη συμπεριφορά τους απέναντι στη διατροφή, πράγμα που μπορεί να διαρκέσει για χρόνια.
Ακόμα λοιπόν κι αν καταφέρουμε να χάσουμε βάρος, είναι σύνηθες να παρατηρείτα σε σύντομο διάστημα μια νέα αύξηση κιλών, καθώς τα λιποκύτταρα φαίνεται να “θυμούνται” τα προηγούμενα αυξημένα επίπεδα βάρους.Περίπου το 85% των ατόμων με υπερβολικό βάρος που χάνουν τουλάχιστον το ένα δέκατο του σωματικού τους βάρους, το ξαναπαίρνουν μέσα σε ένα χρόνο. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι είναι δύσκολο να διατηρηθούν οι δίαιτες χαμηλών θερμίδων για μεγάλο χρονικό διάστημα, αν και αυτό πιθανότατα παίζει σχετικά μικρό ρόλο, λέει στο New Scientist η Laura Catharina Hinte από το Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Ζυρίχης.
Σύμφωνα με τη νέα έρευνα, ο λιπώδης ιστός παίζει κεντρικό ρόλο στην αναστάτωση της ισορροπίας του σώματος, καθιστώντας την διαδικασία διαχείρισης του βάρους πιο δύσκολη και πιο επιρρεπή στις υποτροπές.
Επιστήμονες μελέτησαν δείγματα λιπώδους ιστού από άτομα που υπέφεραν από παχυσαρκία και τα συνέκριναν με ιστούς υγιών ατόμων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα λιποκύτταρα των πρώην παχύσαρκων ατόμων «θυμούνται» τα αυξημένα κιλά, κάτι που τους επιτρέπει να ανταποκριθούν ταχύτερα και πιο έντονα σε ορισμένα τρόφιμα, όπως σάκχαρα και λιπαρά οξέα. Αυτές οι αλλαγές στον λιπώδη ιστό συχνά διευκολύνουν την αύξηση του βάρους, ακόμα και μετά από επιτυχημένες δίαιτες ή επεμβάσεις.
Επιπλέον, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι αυτή η «βιολογική μνήμη» δεν περιορίζεται μόνο στα λιποκύτταρα, αλλά επηρεάζει και τα εγκεφαλικά κύτταρα, τα οποία ρυθμίζουν την όρεξη και την κατανάλωση τροφής. Η Δρ. Λάουρα Χίντε, συγγραφέας της μελέτης, αναφέρει ότι από εξελικτική σκοπιά, το σώμα μας είναι σχεδιασμένο να προστατεύει το βάρος του, καθώς η έλλειψη τροφής υπήρξε στο παρελθόν μια σημαντική πρόκληση για την επιβίωση.
Η έρευνα αυτή ανοίγει νέες προοπτικές για την κατανόηση της παχυσαρκίας, παρέχοντας πολύτιμες πληροφορίες για την ανάπτυξη βελτιωμένων στρατηγικών διαχείρισης βάρους, ενώ δίνει ελπίδα σε όσους αγωνίζονται με την επαναφορά των κιλών.
Ωστόσο, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η “μνήμη” του σώματος μπορεί με τον καιρό να ατονήσει, καθώς η διατήρηση ενός υγιούς βάρους για αρκετό καιρό μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στη διαδικασία με την οποία λειτουργούν τα λιποκυττάρα.
Ελπίδες για στοχευμένα φάρμακα
Τέλος, διαπιστώθηκε ότι οι μοριακές ετικέτες, ή επιγενετικά σημάδια, στο DNA των λιποκυττάρων φάνηκε να προκαλούν τις αλλαγές στο RNA που συνδέονται με την παχυσαρκία. Αυτές μεταβάλλουν τα επίπεδα του RNA, αλλάζοντας τη δομή του DNA που τα κωδικοποιεί. Τα παραπάνω συμπεράσματα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, θα μπορούσαν τις επόμενες δεκαετίες να οδηγήσουν στη δημιουργία στοχευμένων φαρμάκων για τη θεραπεία της παχυσαρκίας.
Fun Fact:
Η λέξη δίαιτα (αρχαία ελληνικά: δίαιτα) καταγράφηκε για πρώτη φορά στην Αρχαία Ελλάδα, με τη βασική της σημασία να είναι αρκετά διαφορετική από τη σύγχρονη χρήση.
Πρώτη Καταγραφή
Η λέξη “δίαιτα” εμφανίζεται στον Ιπποκράτη (5ος-4ος αιώνας π.Χ.), τον πατέρα της ιατρικής, και σε άλλα αρχαία ελληνικά κείμενα. Στα αρχαία ελληνικά, η λέξη δίαιτα προέρχεται από το ρήμα “διάγω” (ζω, περνώ τον χρόνο μου) και σήμαινε τρόπο ζωής ή συνολική καθημερινή ρουτίνα, περιλαμβάνοντας τη διατροφή, τη φυσική δραστηριότητα, και την ψυχική υγεία.
Σημασίες στην Αρχαιότητα
• Ιπποκράτης: Αναφέρεται στη “δίαιτα” ως ένα σύστημα που περιλαμβάνει τροφή, ποτό, ύπνο, εργασία και ανάπαυση, το οποίο είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της υγείας.
• Πλάτων: Τη χρησιμοποιεί για να περιγράψει τον τρόπο ζωής γενικότερα, συνδέοντάς την με την ψυχική και ηθική κατάσταση ενός ατόμου.
Σύγχρονη Χρήση
Η σημασία της λέξης εξελίχθηκε με τον χρόνο, ειδικά από τον Μεσαίωνα και μετά, ώστε να δηλώνει πιο συγκεκριμένα τις διατροφικές συνήθειες, ενώ στις μέρες μας συνδέεται κυρίως με το πλάνο διατροφής για απώλεια ή διατήρηση βάρους.
Έτσι, η λέξη “δίαιτα” είναι μία από τις αρχαιότερες στον τομέα της ιατρικής και της υγείας, με ρίζες που εκτείνονται πάνω από 2.500 χρόνια!
Επίσης πολύ ενδιαφέρον έχει , ότι οι Αρχαίοι Έλληνες γιατροί, όπως ο Ιπποκράτης, προσαρμόζαν τη δίαιτα όχι μόνο στις σωματικές ανάγκες του ασθενή αλλά και στον χαρακτήρα και την ψυχολογία του!
Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος που θεωρούνταν «μελαγχολικός» (κατά την ιπποκρατική θεωρία των χυμών) θα έπρεπε να ακολουθήσει μια δίαιτα που περιλάμβανε τροφές πιο «ζεστές» ή «υγρές» για να εξισορροπήσει την υποτιθέμενη υπεροχή της «μαύρης χολής» στο σώμα του. Αυτό δείχνει πόσο ολοκληρωμένα αντιλαμβάνονταν οι αρχαίοι τη σύνδεση σώματος και πνεύματος!
Ακόμα πιο διασκεδαστικό είναι ότι η δίαιτα περιλάμβανε και “συνταγές” για το πώς να ηρεμήσεις το μυαλό σου μέσω της μουσικής, του θεάτρου και της κοινωνικής συναναστροφής, θεωρώντας ότι όλα αυτά είναι εξίσου σημαντικά με τη σωστή τροφή. Έτσι, η πρώτη “δίαιτα” ήταν κάτι πολύ πιο ολιστικό από αυτό που φανταζόμαστε σήμερα!