10) Υπογονιμότητα και Αυτοάνοσες παθήσεις

Ελένη Κομνηνού, Ειδική Ρευματολόγος / Επιστημονικά Υπεύθυνη Ρευματολογικού Τμήματος Metropolitan General / Διευθύντρια Κλινικής “Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων” Metropolitan General

Τα Αυτοάνοσα Νοσήματα είναι οι παθήσεις που προκαλούνται από υπερβολική και λανθασμένη απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος, έναντι του ίδιου του οργανισμού, το οποίο αναγνωρίζει –σαν ξένα– δικά του στοιχεία, ενεργοποιώντας μια φλεγμονώδη αντίδραση σε διάφορους ιστούς.
Προσβάλλουν σε μεγάλο ποσοστό γυναίκες στην ηλικία
τεκνοποίησης ενώ το κληρονομικό ιστορικό παίζει μεγάλο
ρόλο.
Η συσχέτιση μεταξύ της αναπαραγωγικής αποτυχίας και της διάσπασης της ανοχής που χαρακτηρίζει τις αυτοάνοσες ασθένειες, έχει αναγνωριστεί εδώ και δεκαετίες. Αρκετές Μελέτες υποδηλώνουν ότι Αυτοάνοσοι μηχανισμοί μπορεί να επηρεάσουν την Aναπαραγωγική ζωή και τη
γονιμότητα και των δύο φύλων, που συνήθως εκδηλώνονται
ως Υπογονιμότητα (αδυναμία σύλληψης).

Η γονιμότητα στις γυναίκες ρυθμίζεται από μια σειρά πολύ συντονισμένων και συγχρονισμένων αλληλεπιδράσεων στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-ωοθήκης.
Ως εκ τούτου, η γυναικεία γονιμότητα μπορεί να επηρεαστεί από ασθένειες ή δυσλειτουργίες του αναπαραγωγικού συστήματος, του νευροενδοκρινικού συστήματος και του Ανοσοποιητικού Συστήματος.
Η Υπογονιμότητα, δηλαδή η αδυναμία επίτευξης
εγκυμοσύνης (με ελεύθερες επαφές επί 12 μήνες) αφορά το
10%-20% των γυναικών-ζευγαριών.

Είναι μια διαταραχή αναπαραγωγής που έχει τεράστιες επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής για εκατομμύρια ασθενείς. Επηρεάζει 1 στα 5 ζευγάρια / και οι περισσότεροι ασθενείς υποβάλλονται σε εκτεταμένες διαγνωστικές και θεραπευτικές παρεμβάσεις στο ταξίδι τους για τη δημιουργία μιας
οικογένειας.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου το 10% των γυναικών ηλικίας 15 έως 44 ετών εκτιμάται ότι δυσκολεύεται να συλλάβει ή να μείνει έγκυος.
Σε όλο τον κόσμο, 8 έως 12% των ζευγαριών αντιμετωπίζουν
προβλήματα γονιμότητας.
Περίπου 10-15% των στείρων ζευγαριών χαρακτηρίζονται ως ανεξήγητη (ιδιοπαθής) κατηγορία – όπου δεν μπορεί να εντοπιστεί προφανής αιτία υπογονιμότητας.
Το σύνδρομο αναπαραγωγικής αυτοάνοσης αποτυχίας περιγράφηκε αρχικά από τους Gleicher et αl. σε γυναίκες με ενδομητρίωση, στειρότητα και αυξημένα αυτοαντισώματα.
H αυτοανοσία μπορεί να οδηγήσει σε αποτυχία αναπαραγωγής – σε διαφορετικά στάδια της αναπαραγωγικής διαδικασίας, ανάλογα με την ποιότητα και ενδεχομένως την ποσότητα της μη φυσιολογικής αυτοάνοσης απόκρισης (Διαταραχή Ανοσολογικής Ανοχής).

Η Αυτοανοσία μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα:
– μέσω της προσβολής των ωοθηκών,
– της προσβολής των όρχεων,

– της αποτυχίας εμφύτευσης και
– της απώλειας της εγκυμοσύνης

Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι αυτό της «Υποκλινικής Αυτοανοσίας» όπου γυναίκες που παρουσιάζουν παρόμοιες εργαστηριακές διαταραχές -όπως οι ασθενείς με καθορισμένες αυτοάνοσες ασθένειες- αλλά δεν εκφράζουν κανένα από τα κλινικά συμπτώματα που απαιτούνται για την διάγνωση μιας αυτοάνοσης νόσου.
– Υπάρχουν σημαντικές εργαστηριακές εξετάσεις που πρέπει να ολοκληρωθούν για ασθενείς που έχουν ανοσολογικά προβλήματα
γονιμότητας.
-Τα Αυτοάνοσα Νοσήματα του θυρεοειδούς – ακόμη και απουσία υποθυρεοειδισμού- έχουν συσχετιστεί με στειρότητα και
μειωμένη ανταπόκριση στην θεραπεία της γονιμότητας.

Συμπερασματικά

Οι γυναίκες με Αυτοάνοσα Νοσήματα κινδυνεύουν περισσότερο από στειρότητα και υπογονιμότητα, λόγω πολλαπλών αιτιολογιών, συμπεριλαμβανομένης
– της υποκείμενης φλεγμονώδους νόσου

– των γοναδοτοξικών φαρμάκων και
– των ψυχοκοινωνικών ζητημάτων που σχετίζονται με τη ζωή με χρόνια ασθένεια.
Συνεπώς είναι απαραίτητη η κατανόηση και η διερεύνηση ανοσολογικών αιτίων, σε περιπτώσεις κυρίως Ανεξήγητης Υπογονιμότητας για στρατηγικές επίτευξης κύησης.