Σε έναν κόσμο που κινείται όλο και πιο γρήγορα, που αποσπάται εύκολα και ξεχνά το ρίζωμα, υπάρχει μια φωνή που μας υπενθυμίζει πως η αληθινή πρόοδος ξεκινά με το να κοιτάξουμε ξανά τον τόπο μας. Το MedINA, ο Μη Κερδοσκοπικός Οργανισμός που γεφυρώνει το φυσικό με το πολιτισμικό τοπίο, δεν είναι απλώς μια οικολογική πρωτοβουλία. Είναι ένα βαθιά ανθρώπινο κάλεσμα επανασύνδεσης. Μιλήσαμε με τον Εκτελεστικό Διευθυντή του MedINA, Αλέξη Κατσαρό, και είχαμε την ευκαιρία να ανακαλύψουμε τι σημαίνει πραγματικά να αγαπάς έναν τόπο, να τον φροντίζεις και να τον υπερασπίζεσαι. Μια κουβέντα γεμάτη απλότητα, ουσία και βαθιά συγκίνηση.
Ποια ήταν η σπίθα που άναψε το MedINA; Πώς γεννήθηκε η ιδέα να ενώσετε το περιβάλλον με τον πολιτισμό;
Η σπίθα άναψε από τον ιδρυτή του MedINA, το Θύμιο Παπαγιάννη, έναν οραματιστή αρχιτέκτονα και χωροτάκτη. Για τον ίδιο ήταν πάντα ξεκάθαρο πως το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον δεν είναι δύο ξεχωριστοί κόσμοι, πόσο μάλλον στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο.
Περπατώντας στα βουνά και τα νησιά της Ελλάδας, αντιλαμβάνεται κανείς πως κάθε χώμα και κάθε πέτρα κουβαλούν μια ιστορία. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για προστασία της φύσης χωρίς να αναγνωρίσουμε τους ανθρώπους που ζουν μαζί της, που την καλλιεργούν, τη διαμορφώνουν και την αγαπούν.
Το MedINA γεννήθηκε, λοιπόν, ως μια γέφυρα ανάμεσα στο φυσικό και το πολιτισμικό τοπίο. Ως ένας οργανισμός που προσπαθεί να ενώσει την ανάγκη για περιβαλλοντική προστασία με τον άνθρωπο και τον τόπο του, αναδεικνύοντας τη βαθιά τους σχέση.
Τι σημαίνει για εσάς “τοπίο” — είναι απλώς το φυσικό περιβάλλον ή κάτι πολύ βαθύτερο;
Το τοπίο, όπως ορίζεται και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το Τοπίο, δεν περιορίζεται στο «φυσικό». Είναι κάτι πολύ ευρύτερο: ένας τόπος όπως τον αντιλαμβανόμαστε οι άνθρωποι, ένας ζωντανός καμβάς που διαμορφώνεται μέσα από τη συνεχή συνύπαρξη και αλληλεπίδραση φύσης και ανθρώπου.
Είναι τα μονοπάτια που χάραξαν οι κτηνοτρόφοι, τα σπαρτά που καλλιέργησαν οι γεωργοί, η πέτρα που ακούμπησε ο μάστορας στην ξερολιθιά. Είναι η μυρωδιά της ρίγανης το καλοκαίρι, ο ήχος της γιορτής στο χωριό, το φως που πέφτει το απόγευμα στις πλαγιές. Το τοπίο είναι η συλλογική μνήμη ενός τόπου. Δεν το βλέπεις μόνο με τα μάτια, το νιώθεις με την καρδιά. Δεν είναι μόνο ποτάμια, δέντρα και βουνά. Είναι τα τραγούδια, ο καθημερινός μόχθος, οι γιορτές, τα δάκρυα και οι χαρές. Το τοπίο είναι ταυτότητα. Είναι το αποτύπωμα όσων υπήρξαν πριν από εμάς και η αντανάκλαση του ποιοι είμαστε εμείς σήμερα.
Έχετε βρεθεί σε απομακρυσμένα χωριά, ορεινές κοινότητες, σε μέρη “εκτός χάρτη”. Ποια ιστορία σας έχει μείνει αξέχαστη;
Στις μέρες μας, το «εκτός χάρτη» δεν σημαίνει απαραίτητα απουσία από το γεωγραφικό τοπίο, σημαίνει ίσως απουσία από τη συλλογική προσοχή. Εκτός χάρτη είναι ό,τι δεν καταγράφεται, ό,τι μένει στη σιωπή. Είναι οι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτά τα μέρη, μακριά από τη βουή του κόσμου. Δε μπορώ να ξεχωρίσω μία μόνο ιστορία. Αυτό που μένει μέσα μου είναι όλοι εκείνοι οι καθημερινοί ήρωες των μικρών τόπων. Αυτοί που φροντίζουν το τοπίο τους όπως θα φρόντιζαν ένα παιδί, με τρυφερότητα, κόπο και ευθύνη. Η αφοσίωσή τους δεν εκφράζεται εύκολα με λόγια. Είναι μια σιωπηλή δύναμη, ένα μάθημα αγάπης, επιμονής και βαθιάς σύνδεσης με τον τόπο τους.
Μπορεί η παράδοση να είναι καινοτόμος; Και αν ναι, πώς τη φέρνετε στο σήμερα χωρίς να τη “χαλάτε”;
Η παράδοση δεν είναι μουσειακό είδος, δεν είναι κάτι στατικό ή παγωμένο στον χρόνο. Είναι ζωντανή, εξελίσσεται, μεταμορφώνεται με κάθε γενιά. Καινοτομία δεν σημαίνει
να αρνηθείς το παρελθόν, αλλά να μεταφράσεις την ουσία του στο σήμερα. Να το κάνεις επίκαιρο, οικείο και ουσιαστικό για τους νέους ανθρώπους, κρατώντας κάτι από τον πυρήνα του. Μέσα από τις δράσεις μας, προσπαθούμε να επανασυστήσουμε την παράδοση ως μια βιωματική εμπειρία, ένα εργαλείο γνώσης και σύνδεσης. Για εμάς, δεν είναι μια στιγμιαία νοσταλγία που εμφανίζεται το καλοκαίρι σε κάποιο δρώμενο ή πανηγύρι. Είναι μια ζωντανή σοφία που μπορεί να μας βοηθήσει να ζούμε πιο αρμονικά με τη φύση.
Πώς πείθεις έναν νέο άνθρωπο ότι η φύση και η πολιτιστική ταυτότητα δεν είναι παρωχημένες, αλλά μια επαναστατική πράξη επιστροφής στο ουσιαστικό;
Δεν τον πείθεις με λόγια, του παίρνεις το κινητό για λίγο και τον αφήνεις να τη ζήσει. Να περπατήσει ένα παλιό μονοπάτι, να φάει ζυμωτό ψωμί από ξυλόφουρνο, να σταθεί δίπλα σ’ έναν βοσκό και να ακούσει την ιστορία του.
Η εμπειρία μιλά πιο δυνατά απ’ οποιοδήποτε επιχείρημα. Η επανασύνδεση με τη φύση και την πολιτιστική μας ταυτότητα είναι ένα δώρο που μπορεί να προσφέρει κανείς στον εαυτό του και στους ανθρώπους που αγαπά. Και η φύση, ο τόπος, η αυθεντική εμπειρία, θα του το επιστρέψουν πίσω πολλαπλάσιο: σε νόημα και σε συγκίνηση,
Τι απειλεί σήμερα την πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας περισσότερο: η αδιαφορία, η τουριστική υπερεκμετάλλευση ή κάτι άλλο;
Αυτό που την απειλεί, θα έλεγα, είναι η λήθη. Όχι το να ξεχνάς, αλλά το να αποκόβεσαι από το παρελθόν σου. Όταν αρνείσαι να δεις την αξία που μπορεί να έχει σήμερα κάτι που έρχεται από τις προηγούμενες γενιές, μια συνήθεια, μια τεχνική, μια αφήγηση, τότε όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς συνέπειες: η αδιαφορία, η τουριστική υπερεκμετάλλευση, η ανάπτυξη που μετριέται μόνο με τετραγωνικά και τσιμέντο.
Όταν πάψουμε να νιώθουμε την πολιτιστική μας κληρονομιά ως κάτι που μας ανήκει και μας διαμορφώνει, τότε γίνεται εύκολα προϊόν προς πώληση. Δεν υποστηρίζω την αποστειρωμένη διατήρηση του παρελθόντος. Η κληρονομιά δεν είναι άγαλμα, ρέει όπως το ποτάμι. Αλλά για να ρέει δημιουργικά προς το μέλλον, πρέπει να αναγνωρίζεται πρώτα και έπειτα να εντάσσεται στο σήμερα με ουσία και φαντασία.
Αυτό απαιτεί πολιτική βούληση, ενεργό συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών και ένταξη αυτών των αρχών στον στρατηγικό σχεδιασμό σε εθνικό και τοπικό επίπεδο. Η μεγαλύτερη απειλή, τελικά, δεν είναι εξωτερική. Είναι να πάψουμε να νιώθουμε πως μας αφορά και να σταματήσει η Πολιτεία να αναλαμβάνει την ευθύνη που της αναλογεί.
Ποιο είναι το πιο τρυφερό ή συγκινητικό feedback που έχετε λάβει από την τοπική κοινωνία;
Δεν ξέρω αν θα το έλεγα feedback με την κλασική έννοια. Το πιο συγκινητικό, όμως, είναι όταν μέσα από τις δράσεις σου επιτρέπεις σε ανθρώπους να ανασύρουν πράγματα από το παρελθόν. Όταν, για παράδειγμα, στήνεις αναβαθμούς σε ρέματα κι έρχεται ένας παλιός του χωριού και αρχίζει να σου λέει πώς το έκαναν τότε, πώς δούλευαν όλοι μαζί, πώς κυλούσε το νερό, πού έβαζαν την πρώτη πέτρα… και γύρω του στέκονται οι νέοι και τον ακούν. Αυτό είναι ανεκτίμητο.
Είναι σαν να ανοίγεις ένα μονοπάτι ανάμεσα στις γενιές. Αντίστοιχα τρυφερή και δυνατή ήταν και η ανταπόκριση των παιδιών της όταν ανοίξαμε ζητήματα γύρω από την άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Όταν πρωτοήρθαν σε επαφή με την έννοια και αναγνώρισαν ότι αυτή η κληρονομιά είναι κομμάτι της καθημερινότητάς τους και ταυτόχρονα κάτι βαθιά πολύτιμο. Αυτό είναι που μας συγκινεί περισσότερο: η μετάδοση, οι άυλοι δεσμοί που ξαναδένουν τον άνθρωπο με τον τόπο και την ιστορία του.
Μια λέξη που περιγράφει την Ελλάδα όπως τη βλέπετε μέσα από τη δουλειά σας – ποια είναι και γιατί;
Απλότητα. Αυτή είναι η λέξη που, για μένα που περιγράφει τον τόπο μας, τους ανθρώπους και τις πράξεις τους. Όχι απλότητα ως φτώχεια ή έλλειψη, αλλά ουσία. Στον γεωργό που ξέρει να διαβάζει τον καιρό. Στον κτηνοτρόφο που γνωρίζει κάθε μονοπάτι. Στον μάστορα που πελεκάει την πέτρα με μέτρο και γνώση. Εκεί, στην καθημερινότητα των «αφανών», κρύβεται μια σοφία μοναδική. Αν υπάρχει κάτι που αξίζει να κρατήσουμε και να ξαναχτίσουμε πάνω του, είναι αυτή η απλότητα. Γιατί μέσα της υπάρχει η βιωσιμότητα, η ανθεκτικότητα, η φροντίδα, η βαθιά κατανόηση του μέτρου. Είναι εκεί που συναντιούνται η παράδοση, η ταυτότητα και το μέλλον.
Αν μπορούσατε να κάνετε μια μεγάλη καμπάνια για να αλλάξετε κάτι στην κοινωνία, τι θα ήταν αυτό;
Θα ήταν μια καμπάνια με τίτλο «Γνώρισε τον τόπο σου». Όχι επιφανειακά, αλλά σε βάθος, ουσιαστικά. Μια πρόσκληση προς τους ανθρώπους να ξαναγνωρίσουν τους μικρούς τόπους. Να περπατήσουν στα μονοπάτια, να πιάσουν το χώμα, να ακούσουν τις ιστορίες των κατοίκων τους που κουβαλούν μια γνώση αθόρυβη αλλά πολύτιμη. Μια τέτοια καμπάνια δεν θα είχε στόχο μόνο τη γνωριμία με την ύπαιθρο. Θα στόχευε στην επανασύνδεση με τη φύση, τη συλλογική μνήμη και με τις αξίες που μπορούν να μας οδηγήσουν σε ένα πιο ανθρώπινο και βιώσιμο μέλλον.
Σε κάθε μονοπάτι, κάθε ξερολιθιά και κάθε λέξη αυτής της συνέντευξης, κρύβεται μια αλήθεια που συχνά προσπερνάμε: ότι ο τόπος δεν μας ανήκει, του ανήκουμε. Κι όσο περισσότερο τον γνωρίζουμε, τόσο περισσότερο γνωρίζουμε κι εμάς. Ευχαριστούμε θερμά τον Αλέξη Κατσαρό για την ουσιαστική και τρυφερή του ματιά και για το έργο του MedINA, που αποδεικνύει ότι το περιβάλλον και ο πολιτισμός δεν είναι δύο παράλληλοι κόσμοι – είναι το ίδιο πλέγμα ζωής, μνήμης και ταυτότητας.
Μια υπενθύμιση πως η αλλαγή ξεκινά, κυριολεκτικά, από το χώμα που πατάμε.