Η σχέση μεταξύ του καρκίνου και των Aυτοάνοσων Ρευματικών
νοσημάτων γίνεται όλο και πιο περίπλοκη. Υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση μεταξύ καρκίνου και ρευματικών νοσημάτων. Πιθανώς η χρόνια φλεγμονή να πυροδοτεί νεοπλασία, χωρίς όμως να σημαίνει ότι ο κίνδυνος αυτός είναι πάντα μεγάλος.
Ρευματικές παθήσεις που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου
Αν και ορισμένες ρευματικές παθήσεις, όπως οι φλεγμονώδεις
μυοπάθειες, αναγνωρίζονται περισσότερο για αυξημένα ποσοστά
κακοήθειας, ένα ευρύ φάσμα ρευματικών νοσημάτων έχει συσχετιστεί με συγκεκριμένους τύπους καρκίνου. Η ισχύς του συσχετισμού και οι τύποι καρκίνου μπορεί να διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με τον τύπο της νόσου. Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι καρκίνοι φαίνεται να είναι αυξημένοι σε πολλαπλές αυτοάνοσες ασθένειες, όπως το λέμφωμα μη Hodgkin, το οποίο αναφέρθηκε ότι σχετίζεται με 21 διαφορετικά αυτοάνοσα νοσήματα σε μια σουηδική μελέτη.
Υπάρχουν διάφοροι μηχανισμοί που μπορεί να συμβάλλουν στον
αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου σε ασθενείς με αυτοάνοση
ρευματική νόσο. Σε ασθενείς όπου η ρευματική νόσος προηγείται της ανάπτυξης καρκίνου, η φλεγμονή και η βλάβη των ιστών από χρόνια αυτοάνοση νόσο, μπορεί να οδηγήσουν σε κακοήθεια. Στη ΡΑ, ασθενείς με αυξημένους δείκτες φλεγμονής είχαν αυξημένο κίνδυνο καρκίνου σε μια μελέτη. Αντίθετα, οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα που έλαβαν θεραπεία με κορτικοστεροειδή χρόνια ή για εξάρσεις είχαν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν λέμφωμα σε μια μελέτη.
Στο σύνδρομο Sjogren, η ύπαρξη υψηλότερου δείκτη δραστηριότητας της νόσου – τη στιγμή της διάγνωσης – έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο λεμφώματος. Οι ασθενείς με Διάμεση Πνευμονική νόσο (ILD) που σχετίζεται με το Συστηματικό Σκληρόδερμα έχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του πνεύμονα στον προσβεβλημένο ιστό-στόχο.
Στον ΣΕΛ, ο κίνδυνος ορισμένων μορφών καρκίνου, όπως οι όγκοι που σχετίζονται με τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων, φαίνεται να είναι αυξημένος. Επιπρόσθετα, κάποιες θεραπευτικές επιλογές για Αυτοάνοσα Ρευματικά Νοσήματα (π.χ. κυκλοφωσφαμίδη) επίσης σπάνια σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο. Τέλος, κάποιες αντι-νεοπλασματικές θεραπείες (Checkpoint Inhibitors) είναι σε θέση να επάγουν αυτοάνοσα ρευματικά συμπτώματα (αρθραλγίες, μυαλγίες) ή νοσήματα (ΡΑ, πολυμυαλγία, ΣΕΛ).
Συμπέρασμα
Τα Αυτοάνοσα Ρευματικά νοσήματα συνδέονται με μια ποικιλία
κακοηθειών. Είναι σημαντικό για τους κλινικούς γιατρούς να κατανοήσουν ποιες κακοήθειες είναι αυξημένες σε ομάδες ασθενειών και σε ποιο χρονικό σημείο στην πορεία της νόσου. Ο κίνδυνος εμφάνισης και ο τύπος καρκίνου μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τους ειδικούς παράγοντες κινδύνου για τη νόσο, όπως ορισμένα αυτοαντισώματα.
Αν και έχουν αναφερθεί πολύ λίγες προοπτικές δοκιμές
προσυμπτωματικού ελέγχου κακοήθειας στις Αυτοάνοσες ρευματικές παθήσεις, ορισμένες πρόσθετες εξετάσεις πέρα από τον κατάλληλο προσυμπτωματικό έλεγχο για την ηλικία και το φύλο μπορούν να ληφθούν υπόψη σε ασθενείς υψηλού κινδύνου. Οι αποφάσεις για τη θεραπεία θα πρέπει να λαμβάνονται σε συνεργασία του Ρευματολόγου με τον Ογκολόγο του ασθενούς, λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο εξέλιξης του καρκίνου σε σχέση με τον αντίκτυπο της ανεπιθύμητης ενέργειας που σχετίζεται με το ανοσοποιητικό.